Την ανάγκη να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις και να αποφευχθεί η αθέτηση υποσχέσεων έναντι των πιστωτών υπογράμμισε ο Γιάννης Στουρνάρας, επισημαίνοντας ότι αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και την εξασφάλιση βιώσιμης αναχρηματοδότησης του χρέους. Όσον αφορά στις τράπεζες, τόνισε ότι έχουν βελτιώσει αισθητά κεφαλαιακή βάση και ρευστότητα, αλλά αναγνώρισε ότι παραμένει το μεγάλο αγκάθι των κόκκινων δανείων. Σημείωσε πάντως ότι υπάρχουν ήδη αρκετά εργαλεία και θα αναπτυχθούν και άλλα για την αντιμέτωπισή του.
«Μετά από τρεις κύκλους κεφαλαιοποίησης, οι ελληνικές τράπεζες έχουν δείκτες κεφαλαίου υψηλότερους από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ και διατηρούν αποθέματα επαρκή να απορροφήσουν πρόσθετες πιστωτικές ζημίες. Επιπλέον, έχουν βελτιώσει αισθητά τη θέση ρευστότητας, ανακτώντας την πρόσβαση στη διατραπεζική αγορά και εκδίδοντας καλυμμένα ομόλογα, περιορίζοντας έτσι την εξάρτησή τους από τη χρηματοδότηση των κεντρικών τραπεζών» ανέφερε χαρακτηριστικά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας από το βήμα συνεδρίου του Economist, που οργανώνεται στο Βερολίνο.
Στο σημείο αυτό σταματούν τα καλά νέα για τις ελληνικές τράπεζες, όπως τα διατύπωσε ο κ. Στουρνάρας, δεδομένου ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, όπως παραδέχθηκε, παραμένουν ένα από τα πιο σημαντικά κληροδοτήματα της κρίσης και η μεγαλύτερη πρόκληση για το ελληνικό πιστωτικό σύστημα.
Ο κεντρικός τραπεζίτης θύμισε ότι έχουν εφαρμοστεί αρκετές σημαντικές μεταρρυθμίσεις, με στόχο να αποκτήσουν οι τράπεζες μια ποικιλία εργαλείων για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης. Μεταξύ αυτών η δημιουργία δευτερογενούς αγοράς για κόκκινα δάνεια και η επακόλουθη χορήγηση άδειας σε 14 εταιρείες εξυπηρέτησης πιστώσεων, η λειτουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών οι και ηλεκτρονικές δημοπρασίες περιουσιακών στοιχείων.
«Οι προσπάθειες αυτές έχουν αρχίσει να αποδίδουν καρπούς» τόνισε, μιλώντας για μείωση της τάξης του 4,7% στο απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων τον Σεπτέμβριο 2018, σε σύγκριση με τον Ιούνιο 2018.
Όπως εξήγησε ο κ. Στουρνάρας ενώ βασικό όχημα μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων μέχρι στιγμής ήταν οι διαγραφές, στο εξής τον κύριο ρόλο θα διαδραματίζουν οι πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων (συμπεριλαμβανομένων των τιτλοποιήσεων). Θύμισε δε ότι η ΤτΕ παρουσίασε πρόσφατα ένα σχέδιο, που έχει ως  στόχο να περιορίσει στο μισό των όγκο των κόκκινων δανείων σε ορίζοντα τριετίας.
Όσον αφορά στις οικονομικές προοπτικές, η ΤτΕ αναμένει μεγέθυνση της δραστηριότητας μεσοπρόθεσμα. Ωστόσο, η πρόβλεψη αυτή υπόκειται σε ρίσκα που σχετίζονται με καθυστερήσεις στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και στις ιδιωτικοποιήσεις, προειδοποίησε. Επιπλέον όπως είπε ως τροχοπέδη θα μπορούσε να λειτουργήσει ενδεχόμενη παρεκτροπή από προηγούμενες δεσμεύσεις, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των δικαστικών αποφάσεων για προηγούμενες συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις.
«Για να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και να είναι δυνατή η αναχρηματοδότηση του χρέους με βιώσιμους όρους, οι ελληνικές κυβερνήσεις θα πρέπει να συνεχίσουν την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και να αποφύγουν την αθέτηση των δεσμεύσεων που σχετίζονται με το πρόγραμμα» ξεκαθάρισε ο κ. Στουρνάρας.
Ο επικεφαλής της ΤτΕ δεν παρέλειψε τέλος να αναφερθεί και στην πρόταση για προληπτική γραμμή. Όπως είπε αν και δεν είναι πανάκεια, θα μπορούσε σίγουρα να βοηθήσει την Ελλάδα στην τρέχουσα συγκυρία στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.

naftemporiki.gr