Αν κάτι προκύπτει από τη χθεσινή ενημέρωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου είναι πως η κυβέρνηση, ενόψει φθινοπώρου, έχει αποφασίσει να πάει σε σκληρή γραμμή κατά των αντιεμβολιαστών.
Ο εκπρόσωπος ήταν σαφής: «Η κοινωνία δεν μπορεί να περιμένει άλλο. Δόθηκε χρόνος και πληθώρα μέσων, ώστε όλοι όσοι βρίσκονται εντός επικράτειας να μπορέσουν από Σεπτέμβριο να εργαστούν, να σπουδάσουν, να διασκεδάσουν, να μετακινηθούν με ασφάλεια. Δυστυχώς μια σημαντική μερίδα πολιτών αρνείται τον εμβολιασμό. Οι λόγοι που δεν θέλουν να εμβολιαστούν είναι γνωστοί, αλλά μη αποδεκτοί», ανέφερε. Το πρώτο βήμα αυστηροποίησης αναμένεται να ανακοινωθεί σήμερα από τον Βασίλη Κικίλια. Οι κλειστοί χώροι διασκέδασης –εστιατόρια, καφέ, μπαρ, σινεμά, θέατρα και μουσεία– θα είναι από αρχές Σεπτεμβρίου μόνο για εμβολιασμένους, ενώ εκτός απροόπτου θα επανέλθει και η υποχρεωτική χρήση μάσκας στους εξωτερικούς χώρους.
Τι εξετάστηκε για διεύρυνση υποχρεωτικότητας
Την ίδια ώρα ο κ. Οικονόμου άφηνε ανοικτό το ενδεχόμενο επέκτασης της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού και σε άλλες κοινωνικές ομάδες, μια συζήτηση που είχε κλείσει προσώρας τον Ιούλιο, αλλά φαίνεται πως με τα νέα δεδομένα ξαναμπήκε στο τραπέζι. Στην κυβέρνηση υπήρξαν σχετικές σκέψεις και συζητήσεις που δεν αφορούν τον γενικό πληθυσμό, αλλά ειδικές κοινωνικές και επαγγελματικές κατηγορίες. Μια από αυτές είναι οι ένστολοι: Ενοπλες Δυνάμεις, Ελληνική Αστυνομία και Λιμενικό.
Η σκέψη επί της αρχής ήταν πως δεν μπορεί κάποιος ένστολος και ειδικά επιχειρησιακός να μην έχει κάνει το εμβόλιο. Τα ποσοστά άλλωστε σε συγκεκριμένες κατηγορίες δεν είναι καλά, όπως για παράδειγμα στο Λιμενικό, όπου έχει εμβολιαστεί το 65%, με τον αρμόδιο υπουργό Γιάννη Πλακιωτάκη να στέλνει σχετική επιστολή ζητώντας να εμβολιαστεί το προσωπικό.
Ετσι, στο εσωτερικό της κυβέρνησης έγιναν σχετικές συζητήσεις, αλλά τελικώς ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης συντάχθηκε με εισηγήσεις, σύμφωνα με τις οποίες τουλάχιστον επί του παρόντος δεν θα ήταν ορθό να επεκταθεί η υποχρεωτικότητα και να ασκηθεί περαιτέρω «πίεση» στους ενστόλους.
Μια άλλη κατηγορία που υπήρξαν –και μπορεί να επανέλθουν στο μέλλον– σκέψεις για υποχρεωτικότητα είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι «πρώτης γραμμής». Για παράδειγμα όσοι δουλεύουν σε εφορίες, ΕΦΚΑ, ΚΕΠ και εξυπηρετούν διά ζώσης πολίτες και δη μεγαλύτερης ηλικίας. Η τρίτη κατηγορία για την οποία υπάρχει σχετική σκέψη είναι οι καθηγητές γυμνασίου και λυκείου.
Ο πρωθυπουργός πριν από περίπου δύο μήνες από το βήμα της Βουλής είχε αποκλείσει μια τέτοια απόφαση, αλλά με την πολύ προσεκτική διατύπωση πως δεν είναι στις προθέσεις «επί του παρόντος». Κάτι που σημαίνει πως μπορεί κάποια στιγμή η σχετική συζήτηση να επανέλθει. Και εδώ η φιλοσοφία είναι ίδια: δεν μπορεί ένας μαθητής από 12 ετών και πάνω να έχει κάνει το εμβόλιο και να μην το έχει κάνει ο εκπαιδευτικός. Εάν ωστόσο το ποσοστό των εμβολιασθέντων καθηγητών πλησιάσει το 90%, η υποχρεωτικότητα θα μείνει στα χαρτιά. Σε κάθε περίπτωση, οριστικές αποφάσεις δεν έχουν ακόμα ληφθεί.
Ενας λόγος, πάντως, που συγκλίνει προς πιθανή επέκταση του υποχρεωτικού εμβολιασμού το επόμενο διάστημα είναι τα ποσοστά τα οποία έχουν καταγραφεί στις επαγγελματικές ομάδες που έχει ήδη εφαρμοστεί: για παράδειγμα, στις ιδιωτικές δομές υγείας το ποσοστό των εμβολιασθέντων εργαζομένων ήταν στο 62%, ενώ σήμερα είναι παραπάνω από 85%. Αντίστοιχα, στις δημόσιες δομές από το 45% έφτασε στο 90%.
Σταύρος Παπαντωνίου (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)