Μήνυμα δηµοσιονοµικής σύνεσης και συνεννόησης των πολιτικών δυνάμεων σ’ αυτή την κατεύθυνση έστειλε χθες, ενόψει εκλογών, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε ομιλία του στο Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο.
Ζήτησε επιστροφή σε μόνιμα πρωτογενή πλεονάσματα κοντά στο 2% του ΑΕΠ μετά το 2023, να παραμείνουν στοχευμένα και προσωρινά τα μέτρα στήριξης έναντι της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης και να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά οι διαθέσιμοι ευρωπαϊκοί πόροι, ώστε να παραμείνουν περιορισμένοι οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του χρέους. Επίσης, τόνισε ότι «ο απόλυτος προσανατολισμός της οικονομικής και ιδιαίτερα της δημοσιονομικής πολιτικής προς την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας για τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου θα πρέπει να αποτελέσει αδιαπραγμάτευτο εθνικό στόχο».
Θέτοντας ευθέως το θέμα των εκλογών, υποστήριξε ότι «απαιτείται σύμπλευση και συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων, ώστε να υλοποιηθούν οι βασικές δεσμεύσεις της οικονομικής πολιτικής και να διαφυλαχθούν όσα έχει επιτύχει η ελληνική οικονομία την τελευταία δεκαετία».
Με το πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ μπορούν να καλύπτονται πλήρως οι τόκοι του δημοσίου χρέους. Ο κ. Στουρνάρας είπε ότι έτσι θα ελεγχθούν οι κίνδυνοι, παρά την αύξηση των αποδόσεων των ελληνικών τίτλων. Ωστόσο, τόνισε ότι μακροπρόθεσμα, η αβεβαιότητα αυξάνεται, καθώς η αναχρηματοδότηση του χρέους θα γίνεται με όρους αγοράς, «γεγονός που εξαλείφει τα περιθώρια χαλάρωσης, όσον αφορά το απαιτούμενο ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων». Η επόμενη δεκαετία μάλιστα, σύμφωνα με τον κεντρικό τραπεζίτη, αποτελεί «μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας» για την αποκλιμάκωση του χρέους, αφού μόνο ένα μικρό μερίδιό του θα αναχρηματοδοτείται με όρους αγοράς.
Σημειώνεται ότι ο προϋπολογισμός φέτος προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ, ενώ στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, ενόψει της προετοιμασίας για την κατάθεση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος, τον Απρίλιο, αναγνωρίζουν ότι ο στόχος για τα επόμενα χρόνια πρέπει να είναι 2% του ΑΕΠ, γιατί έτσι μόνο προκύπτει η καθοδική πορεία του χρέους. Αλλωστε, η ανάλυση της Κομισιόν στην πρώτη έκθεση μεταμνημονιακής εποπτείας βασίζεται σε παραδοχή για μόνιμο πρωτογενές πλεόνασμα 2%, ενώ η συμφωνία του 2018 με τις Βρυξέλλες προέβλεπε 2,2% του ΑΕΠ.
Σημειώνοντας την πρόοδο που έχει κάνει η χώρα, ο κ. Στουρνάρας προέβλεψε ρυθμό ανάπτυξης 1,5% φέτος (έναντι 1,8% της κυβέρνησης) και κοντά 3% τα επόμενα δύο χρόνια, έναντι 6% το 2022. Ο πληθωρισμός προβλέπεται από την κεντρική τράπεζα στο 5,8% φέτος (έναντι 5% της κυβέρνησης) και 3,6% το 2024 (έναντι 2% της κυβέρνησης). Το χρέος θα αποκλιμακωθεί στο 160% του ΑΕΠ το 2023, στο ύψος που το προβλέπει και η κυβέρνηση.
Μηνύματα και προς τα ευρωπαϊκά όργανα περιείχε η χθεσινή ομιλία του κεντρικού τραπεζίτη. Είπε ότι έχει έρθει η ώρα για τολμηρές αποφάσεις, και στο πλαίσιο της αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας ενός κεντρικού δημοσιονομικού εργαλείου, που θα ενεργοποιείται για να αντιμετωπίζει συμμετρικούς κλυδωνισμούς, όπως π.χ. μια πανδημία, πόλεμο κ.ά. Πρότεινε τη μετατροπή του Ταμείου Ανάκαμψης σε μόνιμο μηχανισμό, αλλά και σημαντικές αλλαγές σε επίπεδο οικονομικής διακυβέρνησης. Πρέπει να δράσουμε, είπε, εγκαίρως και εκ των προτέρων, πριν ξεσπάσει μια νέα μεγάλη κρίση.
Eιρήνη Χρυσολωρά (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)