Εναν ψηφιακό χάρτη με όλα τα ρήγματα της Ελλάδας και τα χαρακτηριστικά τους, μεταξύ των οποίων και το πόσο μεγάλο σεισμό εκτιμάται ότι μπορεί να «δώσει» το καθένα από αυτά, ετοιμάζει την περίοδο αυτή η Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ). Η βάση δεδομένων θα εμπλουτιστεί με όλα τα στοιχεία των επιστημονικών φορέων που ασχολούνται με τη σεισμοτεκτονική στη χώρα μας και θα είναι διαθέσιμη όχι μόνο στους επιστήμονες, αλλά και στο ευρύ κοινό.

Το 1991 η ΕΑΓΜΕ (τότε ΙΓΜΕ) είχε καταρτίσει έναν ενιαίο σεισμοτεκτονικό χάρτη για όλη την Ελλάδα, που αποτελούσε όλα αυτά τα χρόνια σημείο αναφοράς σε πολλές αποφάσεις κρατικών φορέων. «Είναι αυτονόητο ότι ο χάρτης αυτός έπρεπε να επικαιροποιηθεί, καθώς μεσολάβησαν τριάντα χρόνια, στα οποία η επιστημονική γνώση προχώρησε», εξηγεί ο Διονύσης Γκούτης, γενικός διευθυντής της ΕΑΓΜΕ.

«Ετσι ξεκινήσαμε να συζητούμε με τον Οργανισμό Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ), ο οποίος έπρεπε να τεθεί επικεφαλής του εγχειρήματος για να εξασφαλιστεί η συμμετοχή όλων των ερευνητικών φορέων της χώρας: του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, των πανεπιστημίων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Πάτρας, του ΕΛΚΕΘΕ. Η ψηφιακή βάση έχει πλέον δημιουργηθεί και μέσα στο επόμενο εξάμηνο θα περαστούν τα δεδομένα που έχουν στη διάθεσή τους οι επιστημονικοί φορείς».Όλα τα σεισμικά ρήγματα σε έναν ψηφιακό χάρτη-1

Αναλυτικά στοιχεία

Στον χάρτη θα παρουσιάζονται όλα τα καταγεγραμμένα ρήγματα. Επιλέγοντας κάποιο από αυτά, ο χρήστης θα μπορεί να βρει μια σειρά από πληροφορίες, ανάμεσα στις οποίες και κάποιες που αφορούν το ευρύ κοινό. «Κάθε ρήγμα θα λάβει έναν μοναδικό αριθμό. Για καθένα από αυτά θα αναρτώνται τα γεωμετρικά στοιχεία του, δηλαδή η γεωγραφική του θέση, η κλίση, το μήκος, το βάθος και τα “κινητικά” του χαρακτηριστικά», λέει ο Δημήτρης Γαλανάκης, προϊστάμενος του Τμήματος Διαχείρισης Τεχνολογικών Καταστροφών της ΕΑΓΜΕ.

«Δηλαδή, αν πρόκειται για ένα ρήγμα οριζόντιας μετατόπισης (λ.χ. το ρήγμα στο Βόρειο Αιγαίο), όπου το ένα τεμάχιο της πλάκας κινείται παράλληλα στο άλλο. Αν πρόκειται για “κανονικό” ρήγμα (λ.χ. τα ρήγματα του Κορινθιακού), όπου το ένα τμήμα της πλάκας κινείται προς τα νότια και το άλλο είναι σταθερό. Ή για ανάστροφο ρήγμα (λ.χ. στο Μαργαρίτι Ηπείρου ή το ρήγμα στο Ιόνιο), όπου το ένα ρήγμα κινείται προς τα βόρεια και συναντά ένα άλλο που είναι σταθερό».

Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες πληροφορίες του ψηφιακού χάρτη θα είναι η εκτίμηση της δυναμικότητας κάθε ρήγματος. «Στις περιπτώσεις ρηγμάτων που έχουν μελετηθεί περισσότερο, μπορούμε με κάποιες παραμετρικές αναλύσεις να εκτιμήσουμε τον μέγιστο αναμενόμενο σεισμό που μπορεί αυτό να “δώσει” με βάση τα χαρακτηριστικά του. Επίσης, η βάση δεδομένων θα παρέχει βιβλιογραφική πληροφορία, δηλαδή το ιστορικό και δημοσιεύσεις γύρω από τα ρήγματα αυτά, ακόμη και ένα κείμενο με αντικρουόμενες επιστημονικές απόψεις, εφόσον υπάρχουν».

Ο ψηφιακός χάρτης των ρηγμάτων θα ανανεώνεται ανά τακτά διαστήματα. «Οταν οι ερευνητές εντοπίζουν μια ρηξιγενή ζώνη που δεν έχει χαρτογραφηθεί, τότε θα μπορούν να καταθέσουν τα στοιχεία τους στη βάση δεδομένων. Κατόπιν ελέγχου από μια επιστημονική επιτροπή, τα δεδομένα αυτά θα εντάσσονται στον χάρτη. Η φιλοδοξία μας είναι σε επόμενη φάση ο ψηφιακός χάρτης να συνδεθεί με τον χάρτη του Εθνικού Δικτύου Σεισμογράφων και όταν γίνει μια δόνηση να προβάλει το ρήγμα που είναι πιθανότερο να έχει ενεργοποιηθεί».

Βάση δεδομένων

Ποια θα είναι η χρησιμότητα του ψηφιακού χάρτη ρηγμάτων; «Δεν πρόκειται για έναν κλασικό αλλά για έναν διαδραστικό χάρτη, μια δυναμική βάση δεδομένων που θα ανανεώνεται συνεχώς με τα νεότερα για τη σεισμικότητα στην Ελλάδα», λέει ο κ. Γκούτης. «Η πληροφορία θα μπορεί κατ’ αρχήν να αξιοποιηθεί από τις επιτροπές του ΟΑΣΠ, από ερευνητικούς φορείς, από την πολιτεία, τους δήμους, αλλά και το κοινό, καθώς στα θέματα των σεισμών υπάρχει συχνά παραπληροφόρηση. Και βεβαίως θα βοηθήσει τους μελετητές που πρέπει να εκπονήσουν μελέτες γεωλογικής καταλληλότητας ή να χωροθετήσουν κάποιο έργο, ώστε να αποφύγουν τις περιοχές που είναι πιο επικίνδυνες».

Γιώργος Λιάλιος (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)