Δίχως τέλος είναι οι απόπειρες εξαπάτησης καταναλωτών από διαδικτυακά καταστήματα, τα οποία με δέλεαρ τις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές επώνυμων προϊόντων καταφέρνουν να συγκεντρώνουν παραγγελίες μεγάλης αξίας χωρίς ποτέ να τις εκτελέσουν.
Σύμφωνα με πληροφορίες, από τον Σεπτέμβριο του 2023 έως σήμερα, περισσότερες από 50 ιστοσελίδες ηλεκτρονικών καταστημάτων «μαϊμού» έχουν απενεργοποιηθεί, ύστερα από ενέργειες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων.
Πρόκειται για απατηλά e-shops τα οποία δεν έχουν υπόσταση ως νομικά πρόσωπα, δηλαδή δεν διαθέτουν ούτε ΑΦΜ ούτε φορολογική έδρα και σε πολλές περιπτώσεις, μέσω διαδικτυακών διαφημίσεων, χρησιμοποιούν καταχρηστικά την επωνυμία γνωστών αλυσίδων, προωθώντας επώνυμα προϊόντα σε φαινομενικά ιδιαίτερα χαμηλές τιμές. Σκοπός των επιτηδείων είναι να αποσπάσουν τα χρήματα ανυποψίαστων καταναλωτών αλλά και ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.
Τα ηλεκτρονικά καταστήματα-φαντάσματα μαζί με e-shops που αντιστοιχούν σε πραγματικά φυσικά πρόσωπα, λειτουργούν για ορισμένο χρονικό διάστημα απρόσκοπτα, κερδίζουν την εμπιστοσύνη του κοινού και στη συνέχεια παύουν να εκτελούν τις παραγγελίες, αποτελούν τα πιο συνηθισμένα «οχήματα» εξαπάτησης των διαδικτυακών καταναλωτών. Κατά πληροφορίες, αυτή την περίοδο οι Αρχές εξετάζουν καταγγελίες για ένα ακόμη προβληματικό διαδικτυακό κατάστημα.
Πρόστιμα
Λίγο πριν εκπνεύσει ο Ιούνιος, η Γενική Διεύθυνση Αγοράς και Προστασίας Καταναλωτή της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου, επέβαλε πρόστιμο 120.000 ευρώ στην εταιρεία JMC Α.Ε. που διατηρούσε το ηλεκτρονικό κατάστημα www.jmctech.gr. Επί μακρόν, το ψηφιακό κατάστημα ούτε παρέδιδε τις παραγγελίες προϊόντων στον συμφωνημένο χρόνο ούτε ενημέρωνε τους καταναλωτές σχετικά με τον οριστικό χρόνο εκτέλεσης της παραγγελίας μετά την παρέλευση της προθεσμίας. Κατ’ επέκταση δεν επέστρεφε τα χρήματα που κατέβαλαν οι καταναλωτές για την αγορά των αγαθών έπειτα από καταγγελία της σύμβασης και ακύρωση της παραγγελίας, τη στιγμή που παραπλανούσε σχετικά με την άμεση διαθεσιμότητα και παράδοση των αγαθών.
Για τους ίδιους λόγους, λίγους μήνες νωρίτερα, τον Απρίλιο επιβλήθηκε πρόστιμο 120.000 ευρώ στο ηλεκτρονικό κατάστημα perishop.gr της εταιρείας Αθανάσιος Περηφάνης και Σία Ο.Ε. με έδρα τη Λάρισα. Λίγες ώρες μετά την επιβολή του προστίμου, η εταιρεία δημιούργησε ένα νέο e-shop-«διάδοχο» του perishop.gr, το οποίο όμως τέθηκε πολύ σύντομα εκτός λειτουργίας. Η δημιουργία νέων ηλεκτρονικών καταστημάτων που αντικαθιστούν αυτά που έχουν κατεβάσει ρολά είναι συνήθης πρακτική. Οταν ανήκουν στην ίδια εταιρεία, το έργο των Αρχών είναι ευκολότερο. Απαιτούνται δηλαδή περίπου δύο ημέρες για να διακοπεί η λειτουργία τους, ενώ χρειάζεται σχετική εντολή από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων. Σε διαφορετική περίπτωση, όταν δηλαδή επιστρέφει στην αγορά ένα e-shop με διαφορετικό ΑΦΜ, τότε η διακοπή της λειτουργίας του είναι χρονοβόρος διότι υποβάλλονται καταγγελίες, διαδικασία απαραίτητη για να ενεργοποιηθεί η Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή ή ο Συνήγορος του Καταναλωτή.
Τα ηλεκτρονικά καταστήματα που λειτουργούν για κάποιο χρονικό διάστημα, ωσότου αρχίσουν να υιοθετούν αθέμιτες πρακτικές, σε πρώτη φάση γίνονται, σχεδόν πάντα, δέκτες αρνητικών κριτικών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Τελικός «σταθμός» της διαδρομής αυτής είναι η επιβολή προστίμων.
Το κόλπο
Ποιο είναι το modus operandi των συγκεκριμένων επιχειρήσεων; Οπως εξηγούν επαΐοντες, με στόχο τη συγκέντρωση μεγάλου αριθμού παραγγελιών, κατά τον πρώτο καιρό λειτουργίας, πωλούν με σημαντική έκπτωση ακριβά προϊόντα, χρηματοδοτώντας τη διαφορά. Με τον τρόπο αυτό καθιερώνονται στην αγορά ως αξιόπιστα e-shops και δέχονται έναν πολύ μεγάλο αριθμό παραγγελιών και προπληρωμών. Σε αυτό το στάδιο διακόπτουν αιφνίδια τη λειτουργία τους.
«Τα τελευταία χρόνια, μετά τον κορωνοϊό, το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει γίνει κοστοβόρος επιχειρηματική δραστηριότητα. Ιδίως οι μικρές επιχειρήσεις που δεν διαθέτουν αποθέματα και άρα η διαθεσιμότητα των προϊόντων τους εξαρτάται αποκλειστικά από τους προμηθευτές τους, αδυνατούν συχνά να παραδώσουν έγκαιρα τα αγαθά που έχουν πωλήσει. Σημειωτέον ότι κανένα από τα μέλη μας, που υπόκεινται σε τακτικούς ελέγχους αξιοπιστίας, δεν έχει εμφανίσει αντίστοιχα προβλήματα», αναφέρει στην «Κ» ο Μάκης Σαββίδης, αντιπρόεδρος του Ελληνικού Συνδέσμου Ηλεκτρονικού Εμπορίου (GR.EC.A).
Μέτρα προστασίας
Πώς οι καταναλωτές μπορούν να προστατευθούν; Οπως σημειώνει στην «Κ» ο γενικός γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του υπουργείου Ανάπτυξης, Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, υπάρχουν τέσσερις γραμμές άμυνας:
• Πρώτον, οι συναλλασσόμενοι σε μια διαδικτυακή αγοραπωλησία θα πρέπει να χρησιμοποιούν είτε κάποια ηλεκτρονική εφαρμογή πληρωμών είτε την τραπεζική τους κάρτα. «Δεν θα πρέπει να πραγματοποιούν κατάθεση χρημάτων απευθείας σε τραπεζικό λογαριασμό, διότι με τον τρόπο αυτό δεν θα είναι δυνατή η διεκδίκησή τους».
• Δεύτερον, εάν ο χρόνος παράδοσης υπερβαίνει τις 15 ημέρες, αυτό αποτελεί σαφή ένδειξη ότι υπάρχει πρόβλημα. Ο λόγος; Μετά την παρέλευση δεκαπενθημέρου είναι πολύ πιο δύσκολο να πραγματοποιηθεί αμφισβήτηση συναλλαγής, επειδή τα χρήματα, εντός του χρονικού αυτού διαστήματος, θα έχουν μεταφερθεί στον λογαριασμό της επιχείρησης.
• Τρίτον, βασικό κριτήριο αξιοπιστίας ενός ηλεκτρονικού καταστήματος είναι να έχει μακροχρόνια δραστηριότητα. «Καινούργια e-shops με πολύ ελκυστικές τιμές, συνήθως, δεν είναι αξιόπιστα», εξηγεί ο κ. Αναγνωστόπουλος.
• Τέταρτον, οι ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, ενδεχομένως, υποκρύπτουν την ύπαρξη απάτης και ως εκ τούτου «συνιστάται οι καταναλωτές να είναι επιφυλακτικοί».