Σε… θρίλερ έχει εξελιχθεί η υπόθεση του «Μύλου», του εμβληματικού πολυχώρου διασκέδασης της Θεσσαλονίκης, που από πέρυσι βρίσκεται αντιμέτωπος με την απειλή του πλειστηριασμού.

Μέχρι τώρα έχει προγραμματιστεί να βγει στο ηλεκτρονικό σφυρί τρεις φορές, αλλά και τις τρεις η διαδικασία οδηγήθηκε σε αναστολή.

Ωστόσο, για μια ακόμη φορά, το ιστορικό ακίνητο επανήλθε στην πλατφόρμα πλειστηριασμών, με προγραμματισμό για τις 9 Οκτωβρίου 2024 και με την τιμή εκκίνησης να παραμένει στις 990.000 ευρώ.

Η περιπέτεια και η ιστορία του

Ο πρώτος πλειστηριασμός είχε οριστεί για τις 10 Μαΐου 2023, ωστόσο στην πορεία οδηγήθηκε σε αναστολή. Επανήλθε στην πλατφόρμα ηλεκτρονικών πλειστηριασμών με προγραμματισμό για τις 8 Νοεμβρίου 2023, αλλά και πάλι ανεστάλη. Για τρίτη φορά απειλήθηκε να βγει στο σφυρί στις 26 Ιουνίου 2024. Ξανά όμως η διαδικασία οδηγήθηκε σε αναστολή.

Υπενθυμίζεται ότι η εκτέλεση στρέφεται κατά της εταιρείας «Περιβαλλοντική Δράση Α.Ε.», ενώ επισπεύδουσα είναι η εταιρεία Telerin Α.Ε.

Τώρα, όσον αφορά το ίδιο το ακίνητο, πρόκειται για ένα οικόπεδο εμβαδού 9.962,42 τετραγωνικών πήχεων, όπως αναφέρεται, στην συνοικία «Τσαίρ» και επί της οδού Βερμίου, -πρώην Κόκκινος Πύργος-, που συνορεύει με τον σιδηροδρομικό σταθμό Μοναστηρίου και την οδό Κεφαλληνίας. Μαζί βγαίνουν τα κτίρια, δηλαδή «αλευρόμυλος μετά καθαριστηρίου σίτου, αποτελούμενος από πέντε ορόφους, χωρητικότητας 5.445 κ.μ., δύο μηχανοστάσια, σιδηρουργείο, ξυλουργείο, στάβλος, κατοικία φύλακα, αποθήκες σίτου κ.α.».

Το κτιριακό συγκρότημα έχει μακρά ιστορία, με αφετηρία τη μεγάλη αλευροβιομηχανία «Αλτιναλμάζης-Χατζηγιαννάκης» και ιδρυτή τον Γεώργιο Χατζηγιαννάκη. Υπέστη καταστροφή στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη συνέχεια το 1958, πέρασε στην ιδιοκτησία της αλευροβιομηχανίας «Αλλατίνη», η οποία το λειτούργησε μέχρι το 1987.

Το ορόσημο του 1990

Το 1990, χρονιά «ορόσημο» για την πορεία του, άλλαξε ξανά χέρια περνώντας στην ιδιοκτησία της εταιρείας «Μύλος Α.Ε.», η οποία μετέτρεψε τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις σε πολυθεματικό χώρο πολιτισμού.

Ήταν πρώτη επιτυχημένη μετατροπή πρώην βιομηχανικού χώρου σε πόλο ψυχαγωγίας στην Ελλάδα. Μάλιστα, το 1993 ο Οργανισμός για την Προστασία της Ευρωπαϊκής Αρχιτεκτονικής και Φυσικής Κληρονομιάς «Europa Nostra» απένειμε στον Μύλο σχετική τιμητική διάκριση για το όλο εγχείρημα. Παράλληλα, υπήρξε ο μοναδικός ιδιωτικός φορέας που συμπεριλήφθηκε στο φάκελο υποψηφιότητας για την ανάδειξη της Θεσσαλονίκης ως Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης για το 1997.

Το 2004 όμως μια νέα πυρκαγιά προκάλεσε εκτεταμένες καταστροφές για δεύτερη φορά στην ιστορία του. Παρόλα αυτά, ο «Μύλος» επανήλθε στη ζωή και μέχρι το ξέσπασμα της πανδημίας Covid-19, αλλά και στη συνέχεια εξακολουθούσε να αποτελεί μια ζωντανή εστία τέχνης και πολιτισμού.

Ο Μύλος και τα άλλα κτίρια

Στο ακίνητο έχει ανεγερθεί κτιριακό συγκρότημα αλευροκυλινδρομύλου, σιδηρουργείου, ξυλουργείου, αποθηκευτικών και βοηθητικών χώρων, το οποίο με κατάλληλες επεμβάσεις είχε μετατραπεί στο ψυχαγωγικό συγκρότημα «ο Μύλος», ο οποίος περιλάμβανε αίθουσες αναψυχής, αμφιθέατρο, εκθεσιακούς και συναυλιακούς χώρους, καθώς και βοηθητικούς χώρους.

Η μεγάλη φωτιά που ξέσπασε τέτοιες μέρες πριν 20 χρόνια, στις 28 Αυγούστου 2004, προξένησε ζημίες σε όλη την εγκατάσταση. Στα χρόνια τα οποία μεσολάβησαν έχουν αποκατασταθεί οι ζημίες σε όλα τα κτίρια, πλην αυτών στο κεντρικό κτίριο του μύλου, το οποίο έχει καθαριστεί αλλά φαίνεται να μπορεί να λειτουργήσει μόνον το ισόγειο.

Όπως αναφέρεται στην έκθεση πλειστηριασμού «το κεντρικό κτίριο του μύλου, αναπτύσσεται σε 5 επίπεδα, εμβαδού του καθενός 287,16 τ.μ. και συνολικού εμβαδού 1.435,80 τ.μ. Οι περιμετρικοί τοίχοι είναι από λαξευτή πέτρα, ενώ το εσωτερικό ήταν εξ ολοκλήρου ξύλινη κατασκευή, η οποία καταστράφηκε από την φωτιά του 2004 και δεν αποκαταστάθηκε παρά μόνον ενισχύθηκε για να αποφύγει πιθανή κατάρρευση. Το ισόγειο του κτιρίου είναι πλέον διαμορφωμένο και μπορεί να υποδεχθεί χρήσεις αναψυχής αλλά κατά την αυτοψία διαπιστώθηκε ότι χρησιμοποιείται ως αποθήκη εξοπλισμού και παρουσιάζει χαμηλό βαθμό ετοιμότητας λειτουργίας και δεν υπάρχει καμιά κατασκευή στην ανωδομή».

Το 2005 προχώρησε από το υπουργείο Πολιτισμού ο χαρακτηρισμός, ως μνημείων των κτιρίων 1,2,3,4 του συγκροτήματος «Μύλος Χατζηγιαννάκη – Αλτιναλμάζη», λόγω της ιδιαίτερης σημασίας τους ως σημαντικής μαρτυρίας για την νεότερη αρχιτεκτονική των βιομηχανικών κτιρίων στον ελληνικό χώρο και ειδικά στην πόλη της Θεσσαλονίκης κατά την περίοδο του μεσοπολέμου. Δεν συνέβη το ίδιο όμως και για υπόλοιπα κτίρια του συγκροτήματος, θεωρώντας ότι αυτά έχουν υποστεί σημαντικές επεμβάσεις και έχει αλλοιωθεί η αρχική τους μορφή.

Έτσι, τα 4 εφαπτόμενα κεντρικά κτίρια (συμπεριλαμβανομένου και του μύλου) έχουν κηρυχθεί διατηρητέα, ενώ τα υπόλοιπα τα οποία περιβάλλουν τα προηγούμενα και αναπτύσσονται περιμετρικά του οικοπέδου δεν έχουν συμπεριληφθεί στην απόφαση χαρακτηρισμού.

«Η προστασία του μνημείου παραμένει στην δικαιοδοσία της Εφορίας Νεωτέρων Μνημείων, με την οποία ένα δυνητικός επενδυτής πρέπει να έρθει σε συνεννόηση για να βεβαιώσει ότι οι προθέσεις του θα τύχουν της έγκρισης της. Επιπλέον το παραπάνω ακίνητο βρίσκεται εντός του θεσμοθετημένου ΓΠΣ με χρήση «γενική κατοικία», η οποία με την σειρά της περιορίζει σημαντικά τις δυνατότητες ανάπτυξης τους» σημειώνεται στην έκθεση πλειστηριασμού.

newmoney.gr