Η Θεσσαλία αντιμετωπίζει οξύ πρόβλημα με τη λειψυδρία και η αγροτική της παραγωγή βαίνει προς μία βίαιη αναδιάρθρωση καλλιεργειών. Κάθε χρόνο, λόγω έλλειψης νερού, αρκετοί παραγωγοί προχωρούν σε μείωση των αρδευόμενων εκτάσεων και αύξηση των ξηρικών, όπως το σιτάρι.

Ωστόσο, οικονομικοί φορείς της Θεσσαλίας θεωρούν ότι η προοπτική αυτή θα οδηγήσει σε φτωχοποίηση τον κάμπο και τους παραγωγούς, καθώς η τιμή του σκληρού σίτου δεν δίνει ένα ικανοποιητικό εισόδημα στον παραγωγό, ενώ δεν συντηρεί μία μεγάλη επαγγελματική γκάμα.

Στα παραπάνω διλήμματα-προβλήματα, τις απαντήσεις και ενδεχομένως τη λύση έρχεται να δώσει η κινόα, μία νέα καλλιέργεια, η οποία χρόνο με τον χρόνο κερδίζει ολοένα και περισσότερο έδαφος στη θεσσαλική πεδιάδα. Η τελευταία προσφέρει αρκετά πλεονεκτήματα: Έχει εξασφαλισμένο εισόδημα μέσω της συμβολαιακής γεωργίας, είναι φιλική προς το περιβάλλον και ξεκούραστη καλλιέργεια τόσο για το έδαφος, όσο και για τον παραγωγό κ.ά.

Η κινόα ήρθε για να μείνει στη Θεσσαλία και στους νομούς Φθιώτιδας και Φωκίδας, περιοχές που χαρακτηρίζονται ιδανικές για την καλλιέργειά της, σύμφωνα με τους επιστήμονες, που έχουν ήδη πραγματοποιήσει αρκετά πειράματα.

«Μια ελπιδοφόρα καλλιέργεια»

Στη Θεσσαλία, και συγκεκριμένα στις γεωργικές εκτάσεις του Δήμου Κιλελέρ, έκανε την εμφάνισή της το 2021, όταν ο καθηγητής Γεωργίας και Βιολογικής Γεωργίας και διευθυντής του εργαστηρίου Γεωργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτρης Μπιλάλης, ξεκίνησε την έρευνά του, ώστε να προσδιοριστούν τα κόστη, αλλά και το περιβαλλοντικό και οικονομικό όφελος για τον παραγωγό.

«Πρόκειται για μια ελπιδοφόρα καλλιέργεια και φαίνεται ότι ο θεσσαλικός κάμπος μπορεί να καλύψει μεγάλο μέρος όχι μόνο των εθνικών μας αναγκών, αλλά η φιλοδοξία μας είναι και των ευρωπαϊκών αναγκών. Τα αποτελέσματα ως προς τη στρεμματική απόδοση και τη μελέτη κόστους παραγωγής και οικονομικού οφέλους είναι ενθαρρυντικά», ανέφερε ο ίδιος.

Ο Θανάσης Μούσιος, ένας έμπειρος παραγωγός από το Κιλελέρ, ήταν από τους πρώτους που αποφάσισαν πριν από μερικά χρόνια να ασχοληθούν με την κινόα. Όπως υποστηρίζει, η απόφασή του επιβραβεύθηκε.

«Σημαντικό ρόλο στην απόφαση να καλλιεργήσω κινόα έπαιξε το γεγονός ότι δεν χρειάζεται πολύ νερό. Στις ξηροθερμικές εποχές που διανύουμε, αυτό ήταν ένα σημαντικό κίνητρο. Συζητώντας με εξειδικευμένη ομάδα γεωπόνων, διαπίστωσα ότι έχει λίγα καλλιεργητικά έξοδα και μικρό κύκλο εργασιών. Και πράγματι, οι καλλιεργητικές φροντίδες ήταν ένα σκάλισμα που είχε αναλάβει η συνεργαζόμενη εταιρεία, και το σκάλισμα επίσης μία φορά. Στη συνέχεια, έναν περιοδικό έλεγχο για την εξέλιξη του φυτού, μέχρι τον Ιούλιο που αλωνίζουμε», περιγράφει.

Το ταμείο

Όσον αφορά τον οικονομικό λογαριασμό, ο κ. Μούσιος βγάζει το κομπιουτεράκι και αναφέρει: «Κάτω από 300 κιλά το στρέμμα δεν πέσαμε ποτέ. Η σύμβαση που είχαμε έδινε 50 λεπτά, άρα μου έδωσαν εισόδημα 150 ευρώ. Στη νέα ΚΑΠ, προβλέπεται συνδεδεμένη 61 ευρώ. Το αποτύπωμα του άνθρακα είναι μικρό, με μικρές καλλιεργητικές φροντίδες, 35 ευρώ περίπου αποτύπωμα κινόα, με ερωτηματικό. Άρα, μιλάμε για περίπου 100 ευρώ, πέρα των 150 με μία μέση παραγωγή των 300 κιλών. Συνεπώς, τα έσοδα κυμαίνονται στα 250 ευρώ».

Το προϊόν έχει εξασφαλισμένο εισόδημα μέσω της συμβολαιακής γεωργίας, είναι φιλικό προς το περιβάλλον και ξεκούραστο ως καλλιέργεια τόσο για το έδαφος, όσο και για τον αγρότη

Για τα έξοδα, ο κ. Μούσιος αναφέρει ότι αυτά ανέρχονται σε 80-90 ευρώ το στρέμμα και εξαρτάται αν θα μπει το χωράφι ως μίσθωμα ή όχι. «Όπως και να έχει, όταν σήμερα εγώ καλλιεργώ κριθάρι με 400 κιλά που δεν φτάσανε και με 16 λεπτά τιμή (δηλαδή συνολικά 50 ευρώ), μου τρώει και το τσεκ, μου τρώει και από την τσέπη. Άρα, η κινόα είναι μια καλλιέργεια που μπορεί να σταθεί με πολύ αξιόλογο τρόπο στον κάμπο και να δώσει εισόδημα στον παραγωγό», επισημαίνει.

Από την πλευρά του, ο γεωπόνος Μιχάλης Μπεκίρης, ο οποίος προσφέρει όλες τις απαιτούμενες γνώσεις για μία σωστή καλλιεργητική πρακτική στους ενδιαφερόμενους παραγωγούς, εξηγεί γιατί αξίζει κάποιος να ασχοληθεί με το προϊόν: «Η κινόα έχει χαμηλό κόστος παραγωγής, είναι ανθεκτική στην ξηρασία, απαιτεί ελάχιστη ποσότητα νερού και λίγες καλλιεργητικές φροντίδες. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει αυξημένη ζήτηση σε προϊόντα τροφίμων χαμηλού γλυκαιμικού δείκτη. Η κινόα ανήκει σε αυτά τα τρόφιμα. Τα πειράματα που διεξήγαγε σε αγρούς το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών ήταν ελπιδοφόρα και κατέδειξαν ότι η καλλιέργεια της κινόα είναι ελκυστική, προσοδοφόρα και αποδοτική», σημειώνει.

Και προσθέτει: «Επιπλέον, στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχει ελλειμματική ζωική πρωτεΐνη και αρχίζει και μπαίνει η φυτική, η οποία θα αντικαταστήσει ένα πολύ μεγάλο κομμάτι. Οι διατροφικές συνήθειες του κόσμου έχουν αλλάξει, οι καταναλωτές την αναζητούν, ενώ η ΕΕ δίνει τη δυνατότητα πιστοποίησης και νομοθεσίας αυτών των προϊόντων. Δεν είναι τυχαίο που η ΕΕ ασχολείται με συγκεκριμένες καλλιέργειες που δίνουν αξία πρώτα στο προϊόν, στις διατροφικές συνήθειες και στην κλιματική αλλαγή που βιώνουμε, ειδικά στον θεσσαλικό κάμπο».

Γιώργος Ρούστας (ypaithros.gr)