Ερευνητές στο Ηνωμένο Βασίλειο εξετάζουν κατά πόσο η δεύτερη δόση εμβολιασμού με διαφορετικό σκεύασμα σε σύγκριση με την πρώτη, θα μπορούσε να δημιουργήσει ισχυρότερη ανοσοαπόκριση κατά του κορωνοϊού, σύμφωνα με δημοσίευμα του Guardian.
Κατά το ίδιο μέσο, η βρετανική κυβέρνηση εξετάζει να χορηγηθεί ένας διαφορετικός τύπος «αναμνηστικού» εμβολίου -δηλαδή τρίτης δόσης- το φθινόπωρο, στον απόηχο των προκαταρκτικών αποτελεσμάτων δοκιμών, που αφήνουν υποσχέσεις για ενισχυμένη ανοσοαπόκριση με συνδυασμό σκευασμάτων.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν εγκριθεί τέσσερα διαφορετικά εμβόλια κατά του κορωνοϊού. Επί του παρόντος χορηγούνται στους πολίτες δύο δόσεις του ίδιου σκευάσματος, ωστόσο ερευνητές εξετάζουν εάν η χορήγηση μιας δεύτερης δόσης διαφορετικού εμβολίου θα μπορούσε να προκαλέσει ισχυρότερη ανοσοαπόκριση.
Παράλληλα, εξετάζεται να χορηγηθεί μια τρίτη «αναμνηστική» δόση, ενδεχομένως το φθινόπωρο, εν μέρει για την προστασία από τις μεταλλάξεις. Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, μια πιθανότητα που βρίσκεται στο τραπέζι, είναι αυτή η τρίτη δόση να είναι με διαφορετικού τύπου σκεύασμα, σε σύγκριση με τις πρώτες δύο δόσεις.
Μελέτες σε όλο τον κόσμο διερευνούν τον αντίκτυπο του συνδυασμού διαφορετικών σκευασμάτων. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η μελέτη της Com-Cov, που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο, διερευνά τη δυνατότητα χρήσης εμβολίων των AstraZeneca, Pfizer, Moderna και Novavax. Κατά τη Sunday Telegraph, υπάρχουν πολλά υποσχόμενα αποτελέσματα από ξεχωριστές δοκιμές σε περισσότερα από 600 άτομα στην Ισπανία και 300 στη Γερμανία.
Μια ακόμη μελέτη καταδεικνύει ότι αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να αποφέρει οφέλη. Η έρευνα, η οποία ακόμη βρίσκεται σε στάδιο αξιολόγησης, εξετάζει τις αντιδράσεις 26 ατόμων ηλικίας 25-46, στα οποία δόθηκε μία δόση AstraZeneca ακολουθούμενη από μια δόση Pfizer, σε σύγκριση με άτομα που έλαβαν δύο δόσεις Pfizer. Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα δείχνουν ότι εκείνοι που έλαβαν διαφορετικά σκευάσματα, εμφάνισαν δύο εβδομάδες μετά τη δεύτερη δόση σχεδόν τέσσερις φορές υψηλότερο μέσο επίπεδο αντισωμάτων εξουδετέρωσης κατά της παραλλαγής Άλφα, η οποία εντοπίστηκε για πρώτη φορά στο Κεντ. Υψηλότερα αντισώματα εμφάνιζαν και έναντι της μετάλλαξης Βήτα, η οποία εντοπίστηκε για πρώτη φορά στη Νότια Αφρική, αν και αντισώματα αυτά ήταν χαμηλότερα σε σύγκριση με τα αντισώματα έναντι της μετάλλαξης Άλφα.
Αν και απαιτείται περαιτέρω έρευνα μεταξύ μεγαλύτερων ομάδων και συμμετεχόντων διαφορετικών ηλικιών, κυρίως για να εξεταστούν πιθανές παρενέργειες, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι τα ευρήματα μέχρι τώρα είναι ενθαρρυντικά.
H KAΘΗΜΕΡΙΝΗ (με πληροφορίες από Guardian)