Εκατοντάδες ποινικές υποθέσεις εκδικάστηκαν φέτος, από τις αρχές το χρόνου μέχρι σήμερα, χωρίς να χρειαστεί να συνεδριάσει το Πλημμελειοδικείο σε ακροαματική διαδικασία και οι διάδικοι να ταλαιπωρηθούν χάνοντας χρόνο και χρήμα. Με την Ποινική Διαταγή, που εφαρμόζεται και στο Πρωτοδικείο Βόλου από πέρυσι, υποθέσεις ήσσονος ποινικής σημασίας συζητούνται γρήγορα, χωρίς να φθάνουν στο ακροατήριο.
Ο νέος θεσμός έχει αρκετή επιτυχία και μάλιστα φαίνεται να χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο. Ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας προβλέπει στα άρθρα 406-419 τον θεσμό της Ποινικής Διαταγής. Η Ποινική Διαταγή εφαρμόζεται, για εξοικονόμηση κόπου και εξόδων, στα αδικήματα ήσσονος ποινικής σημασίας, όπως σε πλημμελήματα αρμοδιότητας του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου, για τα οποία απειλείται ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή χρηματική ποινή ή και τα δύο. Τέτοια αδικήματα μπορεί να είναι η απόδραση κρατουμένου (αρ. 173 ΠΚ), η αυτοδικία (αρ. 331 ΠΚ), η απειλή (αρ. 333 ΠΚ), η παραβίαση υποχρέωσης διατροφής (αρ. 358 ΠΚ), η εξύβριση (αρ. 361 ΠΚ), η δυσφήμιση (αρ. 362 ΠΚ), η παραβίαση επαγγελματικής εχεμύθειας (αρ. 371 ΠΚ), η κλοπή και η υπεξαίρεση μικρής αξίας (αρ. 377 ΠΚ) κ.ά. Σύμφωνα, ωστόσο, με έγκυρη νομική πηγή του Βόλου, η Ποινική Διαταγή εφαρμόστηκε κυρίως μέχρι σήμερα στο Πρωτοδικείο Βόλου σε αδικήματα, όπως η οδήγηση χωρίς δίπλωμα (αρ. 94 του ΚΟΚ) και η κατοχή ναρκωτικών ουσιών για ιδία χρήση. Από την 1η Ιανουαρίου μέχρι 15 Ιουλίου είχαν αιτηθεί να κάνουν χρήση της ποινικής διαταγής στο Πρωτοδικείο Βόλου 360 κατηγορούμενοι σε βαθμό πλημμελήματος, ωστόσο, από αυτές τις αιτήσεις οι 270 εκδικάστηκαν μέσω της ποινικής διαταγής, ενώ οι υπόλοιπες 90 παραπέμφθηκαν στο ακροατήριο, καθώς ο πρωτοδίκης έκρινε πως έπρεπε να διεξαχθεί κανονική δίκη. Η διαδικασία έκδοσης ποινικής διαταγής διαφοροποιείται από τις διαδικασίες της ποινικής συνδιαλλαγής (301, 302 ΠΚ) ή της ποινικής διαπραγμάτευσης (303 ΚΠΔ), αφού σε αυτήν δεν υφίσταται συγκατάθεση του κατηγορουμένου για την ενεργοποίησή της ούτε προκαταβολική αποδοχή της έκβασής της, αλλά έκδοση απόφασης ερήμην του, την οποία ο κατηγορούμενος δικαιούται να μην την αποδεχθεί και να την προσβάλλει εκ των υστέρων, οδηγώντας την υπόθεση στο ακροατήριο και στην εκδίκασή της με βάση τις διατάξεις της τακτικής διαδικασίας.
Πώς λειτουργεί
Η διαδικασία της ποινικής διαταγής λειτουργεί ως εξής: Ο εισαγγελέας που ασκεί την ποινική δίωξη, αφού εξετάσει τον φάκελο και κρίνει ότι το αποδεικτικό υλικό είναι επαρκές και δεν χρειάζεται η διεξαγωγή ακροαματικής διαδικασίας για την περαιτέρω διακρίβωση των περιστατικών, που θεμελιώνουν την ενοχή του κατηγορουμένου, υποβάλει αίτηση στον αρμόδιο δικαστή – μόνον εάν τα παραπάνω συντρέχουν σωρευτικά – προκειμένου να εκδοθεί ποινική διαταγή, συντάσσοντας κατηγορητήριο. Εφόσον ο δικαστής κρίνει ότι πράγματι τα στοιχεία που προσκομίζονται είναι επαρκή, προβαίνει στην έκδοση της Ποινικής Διαταγής σε δημόσια συνεδρίαση, χωρίς προηγούμενη ακρόαση του κατηγορουμένου, διαφορετικά παραπέμπει τον κατηγορούμενο να δικαστεί στο ακροατήριο. Εάν, όμως, εκδώσει ποινική διαταγή, χωρίς φυσικά κλήτευση και ακρόαση, επιβάλλει χρηματική ποινή μειωμένη κατά 2/3 σε σχέση με το πλαίσιο που ορίζεται στον νόμο και ποινή φυλάκισης μέχρι τρεις μήνες με υφ’ όρο αναστολή (καθώς και τυχόν παρεπόμενες ποινές, ενώ ρυθμίζει την τύχη των τυχόν κατασχεθέντων). Ο κατηγορούμενος πληροφορείται για την εις βάρος του κατηγορία μέσω επίδοσης σ’ αυτόν της Ποινικής Διαταγής, η οποία είναι προσωρινή καταδικαστική απόφαση. Στις περισσότερες των υποθέσεων που εκδικάστηκαν μέσω ποινικής διαταγής στο Πρωτοδικείο Βόλου, οι ποινές που επιβλήθηκαν ήταν κατά μέσο όρο φυλάκιση 30 ημερών. Με την ποινική διαταγή οι υποθέσεις πλημμελημάτων που φθάνουν στο ακροατήριο, μειώθηκαν κατά 20% περίπου. Αν τα στοιχεία που υποβάλλονται στην κρίση του δικαστή, δεν είναι επαρκή για την ενοχή του κατηγορουμένου, παραπέμπει την υπόθεση στην τακτική διαδικασία.
Αντιρρήσεις
Σύμφωνα με τη διαδικασία της ποινικής διαταγής ο καταδικασθείς έχει τη δυνατότητα της υποβολής «αντιρρήσεων» επί της δικαστικής αποφάσεως, εντός 15 ημερών μετά την κοινοποίησή της. Οι αντιρρήσεις αφορούν, κατά κύριο λόγο, την αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού, με βάση το οποίο εκδόθηκε η Ποινική Διαταγή. Η εμπρόθεσμη υποβολή αντιρρήσεων χρήζει ιδιαίτερης προσοχής, καθώς με μόνη την εμπρόθεσμη υποβολή ανατρέπεται η απόφαση Ποινικής Διαταγής και η υπόθεση εισάγεται στο ακροατήριο προς συζήτηση. Ο κατηγορούμενος κινδυνεύει δε με μεγαλύτερη ποινή… Στην Ποινική Διαταγή εισάγεται μία εξαίρεση της αρχής της μη χειροτέρευσης, που ισχύει στα ένδικα μέσα και ένδικα βοηθήματα, αφού το δικαστήριο, που δικάζει τις αντιρρήσεις σε πρώτο βαθμό, δεν δεσμεύεται από τη διάταξη του άρθρου 470 του ΚΠΔ. Συνεπώς το Μονομελές Πλημμελειοδικείο, μετά την υποβολή αντιρρήσεων κατά της Ποινικής Διαταγής, εκδικάζοντας την υπόθεση, μπορεί να επιβάλει στον ένοχο της πράξης ποινικές κυρώσεις μεγαλύτερες από εκείνες που του είχαν επιβληθεί με την ποινική διαταγή. Αν οι αντιρρήσεις προβληθούν εμπρόθεσμα, σύμφωνα με το άρθρο 412, η απόφαση που εκδόθηκε ανατρέπεται και η υπόθεση εισάγεται για να συζητηθεί με την κοινή διαδικασία, ύστερα από προηγούμενη κλήτευση του κατηγορουμένου. Από τις 270 υποθέσεις στο Πρωτοδικείο Βόλου που οδηγήθηκαν στην ποινική διαταγή, σε 34 εξ αυτών υποβλήθηκαν αντιρρήσεις από τους καταδικασθέντες, βάσει του άρθρου 412 του Κ.Π.Δ. Αν δεν προβληθούν εμπρόθεσμα αντιρρήσεις, η διαταγή που εκδόθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 410 εκτελείται. Έφεση και αναίρεση εναντίον της δεν επιτρέπονται.
e-thessalia.gr