«Λιγότερο από ένα χρόνο μετά την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα διάσωσης πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ, η Αθήνα είναι μάρτυρας μιας επενδυτικής άνθισης» παρατηρούν οι NY Times σε εκτενή ανταπόκρισή τους από την Αθήνα. Σε αυτήν δίνεται έμφαση στα νέα δεδομένα που φέρνουν στην αγορά ακινήτων οι βραχυχρόνιες μισθώσεις τύπου Airbnb, στο πρόγραμμα της Χρυσής Βίζας, που έχει προσελκύσει αγοραστές από την Κίνα και αλλού και στο σταθερά ισχυρό χαρτί του τουρισμού. 
«Οι ντόπιοι ιδιοκτήτες, που πιέζονται από τη μακρά οικονομική κρίση της Ελλάδας, προσπαθούν να επωφεληθούν από την επενδυτική ανάπτυξη, να πουλήσουν διαμερίσματα ή να νοικιάσουν τα σπίτια τους στους τουρίστες σε μια φρενίτιδα που αλλάζει γρήγορα την αγορά κατοικίας» γράφει η αμερικανική εφημερίδα και συνεχίζει: «Οι νεοφερμένοι επενδυτές κυνηγούν τις λεγόμενες χρυσές βίζες της Ελλάδας, τις οποίες άλλες χώρες που πλήττονται από την κρίση, όπως η Πορτογαλία και η Ισπανία έχουν χρησιμοποιήσει εδώ και χρόνια για να προσελκύσουν τους επενδυτές σε μια προσπάθεια να αναζωπυρώσουν την οικονομία».
Το δημοσίευμα υπενθυμίζει ότι η κυβέρνηση άρχισε να διαθέτει χρυσές βίζες το 2013, προσελκύοντας αρχικά επενδυτές από τη Ρωσία, την Τουρκία και τη Μέση Ανατολή. Η εξέλιξη έχει κόστος. Ενώ η άνοδος στις τιμές των ακινήτων ωφελεί τους ιδιοκτήτες, οι ενοικιαστές πλήττονται. «Οι οικογένειες εξακολουθούν να αγωνίζονται να ανακάμψουν από την κρίση και ταυτόχρονα αναγκάζονται να μετακινηθούν από τις γειτονιές της εργατικής τάξης, καθώς αυτές καταλαμβάνονται από τις επενδυτικές εταιρείες» αναφέρει προσθέτοντας πως κάτοικοι σχολιάζουν ότι η κατάσταση ομοιάζει με αυτή στη Βαρκελώνη, όπου οι ντόπιοι απομακρύνθηκαν από το κέντρο.
«Η Ελλάδα αποτελεί πλέον κορυφαίο προορισμό για τη μεσαία τάξη της Κίνας» σχολιάζει στους NY Times εκπρόσωπος κινεζικής επενδυτικής εταιρείας, υπογραμμίζοντας τη σημασία του προγράμματος χρυσής βίζας. Όπως εξηγεί οι Κινέζοι αισθάνονται άνετα να πηγαίνουν στην Ελλάδα, καθώς εκεί δραστηριοποιούνται μεγάλες κινεζικές εταιρείες όπως η Cosco. Κινέζοι πελάτες συχνά μεταβαίνουν στη Ελλάδα με μετρητά, κάνοντας μεταφορά των κεφαλαίων τους μέσω ξένων παραρτημάτων κινεζικών τραπεζών και αγοράζουν ακίνητη περιουσία.
Ωστόσο σημειώνεται ότι η ΤτΕ πρόσφατα ενίσχυσε τον έλεγχο των συναλλαγών, καθώς κάποιες ελληνικές εταιρείες επέτρεπαν να γίνονται συναλλαγές με Κινέζους πελάτες μόνο με τη χρήση πιστωτικής κάρτας.
Σε κάθε περίτπωση, γράφει η εημερίδα, οι τιμές των ακινήτων φαίνεται να ανακάμπτουν μετά την υποχώρηση 40% που ξεκίνησε το 2010. Η σταθερότητα στη χώρα, που κινδύνεψε να φύγει από το ευρώ το 2015, σιγά-σιγά επιστρέφει, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη και τον τουρισμό, ο οποίος εκτινάχθηκε το περασμένο έτος με ρεκόρ αφίξεων 33 εκατομ. επισκεπτών. Μεγάλοι επενδυτές, όπως η Thomas Cook και η Wyndhham Hotels επενδύουν δισεκατομμύρια στον τομέα του τουρισμού και δεκάδες ξενοδοχεία ανοίγουν.
«Βλέπουμε να υπάρχει ανανεωμένη εμπιστοσύνη των επενδυτών στην Ελλάδα» τονίζει ο επικεφαλής της Enteprise Greece, Γρηγόρης Στεργιούλης. Ιδιωτικά επενδυτικά funds επίσης, επενδύουν σε ελληνικές εταιρείες ακινήτων. Κάποιες αρχίζουν να αγοράζουν χρεόγραφα που υπόκεινται σε ενυπόθηκα δάνεια ή σε ακίνητα που πωλούνται από ελληνικές τράπεζες που προσπαθούν να απαλλαχτούν από τα κόκκινα δάνεια που συσσωρεύτηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης. Οι τιμές των ακινήτων αυξήθηκαν κατά 2%, πρώτη φορά τα τελευταία εννέα χρόνια σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος. Οι άδειες οικοδόμησης εκτινάχθηκαν κατά 10%.
Από την πλευρά τους οι επενδυτές προσπαθούν να μετατρέψουν τα ακίνητα σε κερδοφόρες επενδύσεις βραχυπρόθεσμης μίσθωσης, που πενταπλασιάστηκαν τα τελευταία πέντε χρόνια, μειώνοντας ωστόσο, την προσφορά προσιτής στέγασης για τους μέσους Έλληνες. Το πρόγραμμα χρυσής βίζας έχει επίσης ανοίξει την αγορά ακινήτων και αναμορφώσει τις τιμές. Σύμφωνα με έρευνα, τα περισσότερα μέσα διαμερίσματα σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και στα ελληνικά νησιά πωλούνται 250.000 ευρώ, το ποσό ακριβώς που χρειάζονται οι επενδυτές για να λάβουν τη χρυσή βίζα.
Το πρόγραμμα, θυμίζουν οι ΝΥ Τimes, έχει προσελκύσει περίπου 10.000 επενδυτές από την Κίνα, τη Ρωσία και άλλες μη ευρωπαϊκές χώρες, φέρνοντας περίπου 1,5 δισ. ευρώ στην ελληνική αγορά ακινήτων τα τελευταία πέντε έτη.

naftemporiki.gr