Τη μεγαλύτερη σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) που έχει πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα στη χώρα θέλει να προωθήσει το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής καθώς χθες τέθηκε σε διαβούλευση το έργο Ultrafast Broadband, με τη δημόσια συμμετοχή να προσεγγίζει τα 300 εκατ. ευρώ.
Στόχος του έργου είναι η ανάπτυξη δικτύου οπτικών ινών, «όσο το δυνατόν πιο κοντά στον τελικό χρήστη», μέσω του οποίου θα εξασφαλίζει σύνδεση στο Διαδίκτυο με ταχύτητες τουλάχιστον 100 Mbps, αναβαθμίσιμες στο 1 Gbps. Στο υπουργείο ευελπιστούν πως ο διαγωνισμός μπορεί να βγει στον αέρα μέσα στο δεύτερο τρίμηνο του 2019.
Στο κείμενο της διαβούλευσης αναφέρεται πως τα νέα ευρυζωνικά δίκτυα θα αναπτυχθούν σε «αγροτικές και περιαστικές περιοχές που δεν διαθέτουν διαδικτυακή πρόσβαση υψηλής ταχύτητας καθώς και σε αστικές περιοχές που δεν διαθέτουν διαδικτυακή πρόσβαση υπερυψηλής ταχύτητας». Πρόκειται στην ουσία για τις λεγόμενες «λευκές περιοχές» που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο ενδιαφέροντος από τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους στο πλαίσιο των επενδύσεων που βρίσκονται σήμερα σε εξέλιξη με βάση την τεχνολογία VDSL.
Ο σχεδιασμός, που ενδέχεται να αλλάξει μετά τη διαβούλευση, προβλέπει πως θα δημιουργηθούν 7 περιφερειακές ενότητες (LOTs) σε ολόκληρη τη χώρα και οι υποψήφιοι, στο πλαίσιο του διαγωνισμού, θα μπορούν να διεκδικήσουν μία ή περισσότερες περιοχές μέσω διαγωνισμών ΣΔΙΤ. «Το χρονικό πλαίσιο του έργου και του επιχειρηματικού πλάνου εκτιμάται πως θα κυμαίνεται στα 15 έτη. Τα πρώτα 4 έτη είναι η φάση ανάπτυξης του δικτύου και τα υπόλοιπα αποτελούν τη φάση παραχώρησης και λειτουργίας του δικτύου. Ωστόσο η λειτουργία του δικτύου μπορεί να εκκινήσει και πριν την ολοκλήρωση της φάσης ανάπτυξης».
Στην περίπτωση ανάθεσης περισσοτέρων του ενός LOT, στον ίδιο ανάδοχο, θα είναι εφικτή η σύσταση ενός μόνο SPV το οποίο θα αναλάβει το σύνολο των υποχρεώσεων για τα LOT του ίδιου αναδόχου. Η ιδιωτική συμμετοχή θα καλύπτει κατ’ ελάχιστο ποσοστό 50% του συνολικού κόστους ανάπτυξης του έργου (ανά LOT).
Σύμφωνα με το κείμενο της διαβούλευσης, «ένας μηχανισμός αντιστάθμισης της τυχόν υπεραπόδοσης θα είναι διαθέσιμος, ώστε να εξασφαλιστεί θεμιτό περιθώριο κέρδους για τους αναδόχους. Στην περίπτωση του τα μετά φόρων κέρδη ανέλθουν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 15% επί του κύκλου εργασιών, τότε το 60% του πλεονάσματος, θα διοχετεύεται για την δημιουργία φορολογηθέντος αποθεματικού. Το αποθεματικό αυτό θα δύναται να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο για σκοπούς σχετικούς με την ευρυζωνικότητα, στις περιοχές που εμπίπτουν στο πλαίσιο του έργου».
Οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι που θα αναλάβουν τις συμβάσεις ΣΔΙΤ καλούνται να παρέχουν ευρυζωνικές υπηρεσίες δύο κατηγοριών: Κλάση Α με σύνδεση με ταχύτητα καθόδου (download) τουλάχιστον 100 Mbps – αναβαθμίσιμη σε 1 Gbps και Κλάση Β με σύνδεση με ταχύτητα καθόδου τουλάχιστον 100 Mbps.
Στόχος είναι η κάλυψη του συνόλου του διαθέσιμου πληθυσμού (>98%) των επτά περιφερειακών ενοτήτων με υπηρεσία τουλάχιστον 100 Mbps (Κλάση Β’) και την κάλυψη όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού των περιοχών που θα καλυφθούν με υπηρεσία τουλάχιστον 100 Mbps αναβαθμίσιμη σε 1 Gbps (Κλάση Α’) (ποσοστό άνω του 65% των ενεργών συνδέσεων). Ωστόσο «κατά την λήξη της περιόδου παραχώρησης, θα πρέπει το σύνολο των περιοχών να καλύπτεται από υπηρεσίες Κλάσης Α».
Το στοίχημα είναι να αποφευχθούν στο νέο έργο, οι παθογένειες που υπήρξαν με το έργο ευρυζωνικών συνδέσεων σε αγροτικές περιοχές (Rural Broadband). Μέσω του Rural Broadband, που υλοποιήθηκε μέσω ΣΔΙΤ, καλύπτονται 5077 οικισμοί της χώρας με συνολικό πληθυσμό 525.327 κατοίκων. Η εμπειρία δείχνει πως υπήρξαν ζητήματα τόσο με το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης (ενός τμήματος) και με το κόστος διάθεσης της υπηρεσίας στους τελικούς καταναλωτές.
Ο Υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Νίκος Παππάς, ανέφερε: «Η Πολιτεία παρεμβαίνει, αξιοποιεί τους δημόσιους πόρους και αναβαθμίζει τα δίκτυα σε όλη τη χώρα. Με τη στρατηγική μας επιλογή, η οποία ξεπερνά σε δημόσιες επενδύσεις τα 700 εκατ. ευρώ, κινητοποιούμε επενδύσεις ύψους 3 δισ. ευρώ από τον ιδιωτικό τομέα. Όπως έχει αποδειχθεί, άλλωστε, η παρέμβαση της Πολιτείας είναι διαχρονικά κρίσιμη για την ανάπτυξη μεγάλων και κάθε είδους υποδομών. Βασική μας μέριμνα να φέρουμε “Το Αύριο, Σήμερα για Όλους”».
Ο Γενικός Γραμματέας Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, Βασίλης Μαγκλάρας, σημείωσε: «Η ολοκλήρωση του μεγάλου αυτού κατασκευαστικού έργου θα έχει ως αποτέλεσμα τη μετάβαση της Ελλάδας από την "εποχή του χαλκού" στην εποχή της οπτικής ίνας. Η χώρα αλλάζει ταχύτητα και οι πολίτες έχουν πλέον τη δυνατότητα, μέσω της δράσης Ultrafast Broadband, να αξιοποιήσουν τις σύγχρονες τεχνολογίες. Η χώρα κλείνει σταδιακά το χάσμα που τη χωρίζει από τις αναπτυγμένες χώρες της Ευρώπης».