Όταν τον Μάιο του 2017, η κυβέρνηση υποχρεωνόταν να περάσει ένα πολύ σκληρό νομοσχέδιο από τη Βουλή το οποίο προέβλεπε την περικοπή των συντάξεων και του αφορολογήτου, μέτρα ισοπεδωτικά για περισσότερα από τέσσερα εκατομμύρια πολίτες, ουδείς μπορούσε να ποντάρει στο ότι ενάμιση χρόνο αργότερα, θα ήμασταν μερικά βήματα πριν από την ακύρωση αντιλαϊκών μέτρων αλλά και την ψήφιση παρεμβάσεων ανακούφισης με προϋπολογισμό κοντά στα 900 εκατ. ευρώ.
Στον πολιτικό διάλογο, το ερώτημα κυριαρχεί: ήταν μια αχρείαστη υποχώρηση αυτή που έκανε η κυβέρνηση πέρυσι για να ολοκληρώσει την 2η αξιολόγηση –κάτι που ισχυρίζεται σήμερα η αξιωματική αντιπολίτευση- ή ήταν ένας διαπραγματευτικός ελιγμός που επιβλήθηκε από τη στρατηγική του «ο καλύτερος τρόπος να βγει κάποιος από το μνημόνιο είναι να το εφαρμόσει μέχρι τέλους».
Γεγονός είναι ότι η 1η Ιανουαρίου θα βρει τους συνταξιούχους ανακουφισμένους γιατί απέφυγαν τα χειρότερα όχι όμως και αισιόδοξους για το μέλλον των εισοδημάτων τους. Η διατήρηση της λεγόμενης προσωπικής διαφοράς, σημαίνει ότι ναι μεν δεν θα υποστούν άλλες μειώσεις –πέραν ίσως αυτών που εισπράττουν το ΕΚΑΣ οι οποίο θα χάσουν καθώς το επίδομα θα μειωθεί περαιτέρω στα μόλις 12 ευρώ τον μήνα- αλλά από την άλλη δεν θα πρέπει να περιμένουν καμία βελτίωση στο εισόδημά τους πιθανότατα για την υπόλοιπη ζωή τους. Αυτό άλλωστε προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου: η προσωπική διαφορά παραμένει σε έναν ειδικό λογαριασμό και απομειώνεται μόνο αν δοθεί αύξηση στους υπόλοιπους συνταξιούχους λόγω του πληθωρισμού.
Οι όποιες αυξήσεις θα δοθούν μετά το 2022 άρα και η προσωπική διαφορά θα αρχίσει να μειώνεται μετά το 2022. Θα πρέπει να υπάρξουν ονομαστικές αυξήσεις της τάξεως του 10-30% προκειμένου οι σημερινοί συνταξιούχοι να δουν έστω και ένα ευρώ αύξησης στον τραπεζικό τους λογαριασμό.
Μετά τις αποφάσεις του Euroworking Group, το ενδιαφέρον θα επικεντρωθεί στο τι θα αποφασίσει το Eurogroup της 3ης Δεκεμβρίου. Το θέμα της διατήρησης της προσωπικής διαφοράς θεωρείται δεδομένο αλλά μένει να φανεί με ποιο τρόπο θα κλείσει το θέμα.
Στην κυβέρνηση υποστηρίζουν ότι τα άρθρα 1-3 του νόμου του 2017 θα καταργηθούν και δεν θα ανασταλούν κάτι που σημαίνει ότι για να επανέλθει το θέμα θα χρειαστεί νέος νόμος. Από την άλλη, πρέπει να ξεκαθαρίσει τι θα γίνει με τον νόμο Κατρούγκαλου ο οποίος προβλέπει τις αυξήσεις στο εισόδημα των συνταξιούχων που έχουν θετική προσωπική διαφορά οπότε έχουν –βάσει του νόμου- λαμβάνειν σε πέντε ετήσιες δόσεις. Πρέπει να αποσαφηνιστεί αν οι αυξήσεις θα δοθούν ή αν θα «παγώσουν» στο πλαίσιο της συμφωνίας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Η άλλη μεγάλη εκκρεμότητα με τις συντάξεις έχει να κάνει με την διατήρηση των αδικιών. Από την στιγμή που δεν θα καταργηθεί η προσωπική διαφορά, αυτός που θα πάρει σύνταξη σήμερα, θα εισπράττει έως και 30% λιγότερα από αυτόν που συνταξιοδοτήθηκε λίγες ημέρες πριν από τον Μάιο του 2017. Από τη στιγμή που ο νόμος Κατρούγκαλου έχει ήδη τεθεί στην κρίση της δικαιοσύνης, πώς θα αποφανθεί το Συμβούλιο της Επικρατείας;
Πηγή: thetoc.gr