Μέτρα για την εκ νέου αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και τη δραστική αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας προωθεί το υπουργείο Οικονομικών. Στόχος των μέτρων είναι να περιοριστεί δραστικά η χρήση μετρητών στις καθημερινές οικονομικές συναλλαγές των φορολογουμένων και οι επιχειρήσεις να «περνούν» μεγαλύτερο μέρος του ημερήσιου τζίρου τους μέσα από τα μηχανήματα POS ή από άλλα μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής, ώστε να υποχρεώνονται να εμφανίζουν μεγαλύτερα ποσά φορολογητέας ύλης στις υποβαλλόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών και η ΑΑΔΕ έχουν συμφωνήσει να θέσουν σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2019 νέες νομοθετικές ρυθμίσεις που αποσκοπούν στο να αυξηθούν και πάλι οι συναλλαγές με ηλεκτρονικά μέσα, οι οποίες άρχισαν να μειώνονται μετά την πλήρη άρση των περιορισμών στις αναλήψεις μετρητών από τις τράπεζες.
Σημειώνεται πως η νομισματική κυκλοφορία παραμένει σε υψηλά επίπεδα παρά τη χρήση ηλεκτρονικών καρτών και πληρωμών, καθώς αρκετά μετρητά βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος και παρά τις εισροές που έχουν καταγραφεί τον τελευταίο 1,5 χρόνο στις τράπεζες.
Σημαντικό κομμάτι των μετρητών χρησιμοποιείται λόγω δεσμευμένων λογαριασμών ιδιωτών και επιχειρήσεων, όμως η εκτίμηση είναι πως περίπου 13 - 18 δισ. ευρώ βρίσκονται σε τραπεζικές θυρίδες και στρώματα και αντιστέκονται σε ό,τι αφορά την επιστροφή στο σύστημα κυρίως λόγω ανησυχιών όχι πλέον για τις τράπεζες αλλά για επικείμενες δεσμεύσεις. Η πρακτική του αποθησαυρισμού τραπεζογραμματίων, κυρίως από νοικοκυριά, ξεκίνησε περίπου στα τέλη του 2014 και κορυφώθηκε στο πρώτο εξάμηνο του 2015, λόγω της κατάρρευσης της εμπιστοσύνης μέχρι την υπογραφή του τρίτου μνημονίου, ενώ συνεχίστηκε και τα πρώτα δύο χρόνια των capital controls. Ας σημειωθεί πάντως πως κάποιοι χρησιμοποιούν τα μετρητά για διαβίωση, αυξάνοντας την αποταμίευση στον λογαριασμό τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Ν», οι ρυθμίσεις που προωθεί το υπουργείο Οικονομικών προβλέπουν:
1 Σημαντική μείωση του ορίου μέχρι το οποίο επιτρέπεται η χρήση μετρητών για την πραγματοποίηση μιας οικονομικής συναλλαγής που αφορά αγορά προϊόντων ή παροχή υπηρεσιών. Το όριο αυτό αναμένεται να μειωθεί από τα 500 στα 400 ευρώ ή ακόμη και σε 300 ή 200 ευρώ ανά συναλλαγή. Πιο συγκεκριμένα, θα τροποποιηθεί η διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010, η οποία σήμερα προβλέπει τα εξής:
«Τα φορολογικά στοιχεία συνολικής αξίας πεντακοσίων (500) ευρώ και άνω, που εκδίδονται για πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, εξοφλούνται από τους λήπτες τους, αγοραστές των αγαθών ή των υπηρεσιών, αποκλειστικώς με τη χρήση μέσων πληρωμής με κάρτα ή άλλου ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής, όπως ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά τραπεζικό έμβασμα, πληρωμή μέσω λογαριασμού πληρωμών, χρήση ηλεκτρονικού πορτοφολιού. Δεν επιτρέπεται εξόφληση των στοιχείων αυτών με μετρητά».
Με την τροποποίηση που θα επέλθει και θα τεθεί σε ισχύ από την 1η/1/2019, τα φορολογικά στοιχεία αξίας άνω του νέου ορίου των 200 έως 400 ευρώ που εκδίδονται για πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, θα πρέπει να εξοφλούνται από τους λήπτες τους, αγοραστές των αγαθών ή των υπηρεσιών, αποκλειστικώς με τη χρήση μέσων πληρωμής με κάρτα ή άλλου ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής, όπως ενδεικτικά άλλα όχι περιοριστικά τραπεζικό έμβασμα, πληρωμή μέσω λογαριασμού πληρωμών, χρήση ηλεκτρονικού πορτοφολιού.
2 Αύξηση του ύψους των ετησίων δαπανών που θα πρέπει να εξοφλούν οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι κατ’ επάγγελμα αγρότες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής (μέσω e-banking ή με κάρτες χρεωστικές ή πιστωτικές ή προπληρωμένες ή με τη χρήση ηλεκτρονικού πορτοφολιού κ.λπ.) προκειμένου να κατοχυρώνουν την ετήσια έκπτωση φόρου που φθάνει μέχρι τα 1.900-2.100 ευρώ και ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο εισοδήματος ύψους έως 8.636-9.545 ευρώ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η προοδευτική κλίμακα των ποσοστών επί του ετησίου εισοδήματος που θα πρέπει να καλύπτουν με ηλεκτρονικές πληρωμές οι παραπάνω κατηγορίες φορολογουμένων για να διασφαλίσουν δικαίωμα έκπτωσης φόρου έως 1.900-2.100 ευρώ θα τροποποιηθεί ως εξής:
α) Για τα πρώτα 10.000 ευρώ του ετησίου εισοδήματος το ποσοστό που θα απαιτείται να καλύπτεται με ηλεκτρονικές πληρωμές θα αυξηθεί από 10% σε 15%. Δηλαδή, φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα 9.800 ευρώ θα πρέπει πλέον να εξοφλεί με πλαστικό χρήμα ποσό ετήσιας δαπάνης για αγορές αγαθών και παροχές υπηρεσιών, συνολικού ύψους 1.470 ευρώ (15% Χ 9.800 ευρώ) για να δικαιούται έκπτωσης φόρου εισοδήματος 1.900-2.100 ευρώ.
β) Για τα επόμενα 20.000 ευρώ του ετησίου εισοδήματος, δηλαδή για το τμήμα του ετησίου εισοδήματος από τα 10.000,01 ευρώ έως τα 30.000 ευρώ, το απαιτούμενο ποσοστό κάλυψης με ηλεκτρονικές πληρωμές θα αυξηθεί στο 20%, από 15% που είναι σήμερα. Έτσι, ένας φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα 30.000 ευρώ θα πρέπει πλέον να εξοφλεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής ποσό ετησίων δαπανών αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών συνολικού ύψους 5.500 ευρώ (το 15% των πρώτων 10.000 ευρώ του εισοδήματός του και το 20% των επομένων 20.000 ευρώ του εισοδήματός του) για να κατοχυρώσει ετήσια την έκπτωση φόρου των 1.800-2.000 ευρώ, που ισχύει γι’ αυτόν. Με τα σημερινά ποσοστά κάλυψης του 10% και του 15% αρκεί να εξοφλήσει ποσό συνολικού ύψους 4.000 ευρώ (το 10% των πρώτων 10.000 ευρώ του εισοδήματός του και το 15% των επομένων 20.000 ευρώ) για να κατοχυρώσει την ίδια έκπτωση φόρου.
γ) Για το τμήμα του ετησίου εισοδήματος άνω των 30.000 ευρώ, το απαιτούμενο ποσοστό κάλυψης με ηλεκτρονικές πληρωμές θα αυξηθεί στο 25% από 20% που ανέρχεται σήμερα.
3 Η επέκταση της υποχρεωτικής αποδοχής πληρωμών με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες, μέσω μηχανημάτων POS, σε δεκάδες άλλες κατηγορίες επαγγελματικών δραστηριοτήτων. Εντός των προσεχών εβδομάδων αναμένεται να εκδοθεί νέα υπουργική απόφαση με την οποία θα δίδεται συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο στις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες που ασκούν τις δραστηριότητες στις οποίες θα επεκταθεί η συγκεκριμένη υποχρέωση, προκειμένου να εγκαταστήσουν μηχανήματα POS για αποδοχή πληρωμών με κάρτες.
4 Η διενέργεια στοχευμένων φορολογικών ελέγχων σε επιχειρήσεις που πραγματοποιούν χαμηλού ύψους τζίρους μέσω ηλεκτρονικών συναλλαγών. Σύμφωνα με στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους οι αρμόδιες υπηρεσίες της ΑΑΔΕ, σε πολλές κατηγορίες επαγγελμάτων τα ποσοστά χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής είναι πολύ χαμηλά, καθώς δεν ξεπερνούν το 25%. Στο στόχαστρο θα μπουν κυρίως ορισμένες κατηγορίες ελευθέρων επαγγελματιών, όπως δικηγόροι, γιατροί και μηχανικοί στους οποίους έχουν καταγραφεί σημαντικά χαμηλά ποσοστά χρήσης ηλεκτρονικών μέσων αποδοχής πληρωμών.
Από τα παραπάνω μέτρα, τα 2 πρώτα θα λάβουν τη μορφή νομοθετικών διατάξεων και θα ενταχθούν στο πολυνομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο θα περιλαμβάνει τα μέτρα που θα υλοποιούν τον κρατικό προϋπολογισμό του 2019 (μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ, στις ασφαλιστικές εισφορές των αυτοαπασχολουμένων και των αγροτών, στους συντελεστές φορολογίας εισοδήματος των νομικών προσώπων και των νομικών οντοτήτων κ.ά.).
Συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων
H ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών σχεδιάζει να μειώσει και το όριο των 500 ευρώ μέχρι το οποίο μπορεί να γίνεται με μετρητά η εξόφληση τιμολογίων προμήθειας αγαθών ή παροχής υπηρεσιών από επιχειρήσεις ή ελεύθερους επαγγελματίες προς άλλες επιχειρήσεις ή ελεύθερους επαγγελματίες και η δαπάνη να αναγνωρίζεται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα του λήπτη. Στο όριο των 500 ευρώ συμπεριλαμβάνεται και ο ΦΠΑ.
Το όριο αυτό προβλέπεται από τη διάταξη της περίπτωσης β’ του άρθρου 23 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ). Σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη, δεν αναγνωρίζεται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης ή ελεύθερου επαγγελματία κάθε είδους δαπάνη που αφορά αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής. Αυτό σημαίνει ότι μια δαπάνη αγοράς αγαθών ή λήψης υπηρεσιών ύψους μέχρι 500 ευρώ μαζί με τον ΦΠΑ, της οποίας το τιμολόγιο εξοφλήθηκε με μετρητά, μπορεί να εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης ή του επαγγελματία που την πλήρωσε, εφόσον υπάγεται στην ευρεία έννοια του όρου των εκπιπτόμενων δαπανών που προβλέπει το άρθρο 22 του ΚΦΕ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, κι αυτό το όριο των 500 ευρώ αναμένεται να μειωθεί, πιθανότατα στα 300 ή στα 200 ευρώ, με αποτέλεσμα να περιοριστούν σημαντικά οι περιπτώσεις συναλλαγών μεταξύ επιχειρήσεων/επαγγελματιών, για τις οποίες τα μετρητά ως μέσο εξόφλησης του τιμολογίου δεν θα εμποδίζουν την έκπτωση της δαπάνης από τα ακαθάριστα έσοδα του λήπτη επιχειρηματία ή επαγγελματία.