To 2018 το ποσοστό του πληθυσμού της Ελλάδας που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού μειώθηκε κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες συγκρινόμενο με το 2017, στο 31,8% του πληθυσμού (3.348.500 άτομα), σύμφωνα με την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών της ΕΛΣΤΑΤ.
Η μείωση αυτή είναι αξιοσημείωτη και οφείλεται τόσο στην ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας και των εισοδημάτων όσο και στην ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας, ωστόσο, όπως διαπιστώνει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, το ποσοστό του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού της χώρας μας παραμένει διαχρονικά σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Όπως σημειώνεται, ο δείκτης κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού είναι σύνθετος δείκτης που περιλαμβάνει το σύνολο των ατόμων που είτε βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας (ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα χαμηλότερο από το 60% του εθνικού διάμεσου) είτε αντιμετωπίζουν δριμεία υλική στέρηση (αδυναμία κάλυψης τουλάχιστον τεσσάρων από μία τυποποιημένη λίστα συνολικά εννέα καταναλωτικών αναγκών) είτε διαβιούν σε νοικοκυριά που παρουσιάζουν εξαιρετικά χαμηλή ένταση εργασίας (τα ενήλικα μέλη εργάζονται έως 20% του συνολικού δυνητικού χρόνου εργασίας).  
Επισημαίνεται ότι η περίοδος αναφοράς των εισοδημάτων αφορά το προηγούμενο έτος από το έτος διενέργειας της έρευνας από την ΕΛΣΤΑΤ (δηλαδή επικαλούμενοι στοιχεία του 2018, αναφερόμαστε στα εισοδήματα του 2017).
Ειδικότερα, οι ανάγκες αυτές είναι: i. πληρωμή πάγιων λογαριασμών όπως ενοίκιο, δόση δανείου ή λογαριασμοί ρεύματος/νερού κ.λπ., ii. πληρωμή μιας εβδομάδας διακοπών, iii. διατροφή που να περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, iv. αντιμετώπιση έκτακτων, αλλά αναγκαίων δαπανών αξίας περίπου 375 ευρώ, v. δυνατότητα να έχουν τηλέφωνο, vi. δυνατότητα να διαθέτουν έγχρωμη τηλεόραση, vii. δυνατότητα να διαθέτουν πλυντήριο ρούχων, viii. δυνατότητα να διαθέτουν ΙΧ αυτοκίνητο, ix. δυνατότητα για ικανοποιητική θέρμανση το χειμώνα και δροσιά το καλοκαίρι.
Στην έκθεση τονίζεται πως από τη μείωση των τριών μονάδων το 2018, περισσότερες από τις μισές (1,7) αφορούν τον δείκτη φτώχειας και οι υπόλοιπες τα άλλα κριτήρια (δριμεία υλική στέρηση και εξαιρετικά χαμηλή ένταση εργασίας).
Αναλύοντας περαιτέρω τη μείωση του δείκτη φτώχειας (από 20,2% το 2017 στο 18,5% το 2018) βλέπουμε ότι σχεδόν η μισή μείωση (0,8 μονάδες) καταγράφεται στον σχετικό δείκτη πριν τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (κοινωνικά επιδόματα και συντάξεις), δηλαδή αντανακλά βελτίωση των εισοδημάτων που προέρχονται από την ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα. Το υπόλοιπο μέρος της μείωσης (0,9 μονάδες) εμφανίζεται στον δείκτη μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, δηλαδή συνδέεται με την αποτελεσματικότητα των πολιτικών κοινωνικής πρόνοιας.

naftemporiki.gr