Περιθώριο μέχρι τις 11 Μαρτίου, δηλαδή μέχρι τη διενέργεια του Eurogroup, φαίνεται πως θα δοθεί στην ελληνική κυβέρνηση για να διορθώσει ό,τι απαιτηθεί στο νέο θεσμικό πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας, αναφέρουν καλά ενημερωμένες πηγές, με γνώση της διαπραγμάτευσης, που πρόσκεινται στο υπουργείο Οικονομικών. Σημειώνεται ότι στις 27 Φεβρουαρίου πρόκειται να εκδοθεί η έκθεση της Κομισιόν στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας, που θα καταγράφει την πρόοδο ή τη στασιμότητα στα προαπαιτούμενα.
Ωστόσο, σε περίπτωση που υπάρχουν «ουρές» στα προαπαιτούμενα, δηλαδή κάποιες δράσεις δεν καταστεί δυνατόν να ολοκληρωθούν μέχρι τη σύνταξη της έκθεσης, θα υπάρχει το περιθώριο για ολοκλήρωση των παρεμβάσεων μέχρι τη συνεδρίαση του Eurogroup της 11ης Μαρτίου. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει ένα χρονικό διάστημα 11 ημερών μετά την έκθεση της Κομισιόν και μέχρι το Eurogroup για τη διευθέτηση όλων των πιθανών εκκρεμοτήτων που θα καταγραφούν στην έκθεση.
Στόχος είναι, αναφέρουν οι παραπάνω πηγές, η χώρα να λάβει τελικώς -εφόσον οριστικοποιηθεί η διαπραγμάτευση- το ποσό των 640 εκατ. ευρώ από τα κέρδη που έχουν οι κεντρικές τράπεζες της Ευρωζώνης (ANFAs και SMPs) από τις τοποθετήσεις τους σε ελληνικά ομόλογα.
Από την παράταση ευνοείται και το θέμα της προστασίας της πρώτης κατοικίας, που είναι το κυρίαρχο προαπαιτούμενο. Η κοινή συμφωνία κυβέρνησης και τραπεζών έχει σταλεί στους θεσμούς, οι οποίοι τη μελετούν και έχουν κάποιες ενστάσεις, οι οποίες αναμένεται να διευθετηθούν τις επόμενες ημέρες μέσω των διαβουλεύσεων που γίνονται.
Σύμφωνα με πληροφορίες, επί του νέου θεσμικού πλαισίου που θα αντικαταστήσει τον νόμο Κατσέλη υπάρχουν κάποιες αντιρρήσεις των θεσμών σε ορισμένα θέματα. Παράλληλα, αναμένεται και η θέση του «επόπτη», δηλαδή της ΕΚΤ, ως προς το συγκεκριμένο πλαίσιο, που θα έχει βαρύνουσα σημασία.
Σε κάθε περίπτωση, το νέο θεσμικό πλαίσιο, μολονότι διατηρεί την προστασία περίπου στα προηγούμενα επίπεδα (30.000 ευρώ κάτω από το ταβάνι του νόμου Κατσέλη), εντούτοις διαθέτει πολλούς «κόφτες», που είναι -μεταξύ άλλων- το υπόλοιπο του δανείου που έχει «κοκκινίσει» και το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 130.000 ευρώ. Αυτό μοιραία διώχνει εκτός περιμέτρου πολλούς δανειολήπτες, που για να ενταχθούν στον νόμο πρέπει να κατεβάσουν το οφειλόμενο ποσό στο όριο αυτό.
Τούτο, άλλωστε, αποτέλεσε το αντιστάθμισμα στο αίτημα των τραπεζών, το νέο θεσμικό πλαίσιο να μην καλύπτει κατοικίες με αντικειμενική αξία 250.000 ευρώ και να μην ενταχθούν στον νόμο δάνεια επιχειρηματικά και καταναλωτικά με εγγυήσεις που περιλαμβάνουν και την πρώτη κατοικία. Εντούτοις και οι δύο παραπάνω διατάξεις θα αποτελέσουν κομμάτι του νέου θεσμικού πλαισίου. To σημαντικότερο στοιχείο, ωστόσο, το οποίο περιορίζει σημαντικά τον αριθμό των ατόμων που θα ενταχθούν στο νέο θεσμικό πλαίσιο, είναι το γεγονός πως λαμβάνεται οριστική απόφαση άμεσα και δεν προσφέρεται προσωρινή προστασία από τον νόμο, όπως συμβαίνει με την κατάθεση στα ειρηνοδικεία των δικαιολογητικών για τον νόμο Κατσέλη.
Η διαχείριση των στεγαστικών NPEs αποτελεί μείζονος σημασίας ζήτημα, μιας και οι τράπεζες, κυρίως λόγω της προστασίας της πρώτης κατοικίας, αδυνατούν να πουλήσουν στεγαστικά δάνεια και ασφαλώς να πλειστηριάσουν τα ενέχυρα. Τραπεζικοί παράγοντες σημειώνουν πως ο νέος νόμος δεν θα αυξήσει αναγκαστικά τους πλειστηριασμούς, αλλά θα επιτρέψει μια ενεργητικότερη διαχείριση στα στεγαστικά δάνεια από την πλευρά των τραπεζών.
Η πλατφόρμα που θα χρησιμοποιηθεί για την έγκριση των υπερήμερων δανειοληπτών σε καθεστώς προστασίας, σε μια δεύτερη φάση, θα διαχειρίζεται στο σύνολό του έναν εξωδικαστικό συμβιβασμό για όλες τις οφειλές του ιδιώτη δανειολήπτη. Μια δεύτερη σημαντική παράμετρο αποτελεί το γεγονός πως τα στάδια της «διαπραγμάτευσης» είναι τυποποιημένα και έτσι το βάρος φαίνεται να περνά από τους νομικούς στους λογιστές.
Εν τω μεταξύ, το διεθνές πρακτορείο Bloomberg έκανε ειδική αναφορά στο συγκεκριμένο αυτό θέμα, αποδίδοντας τη χθεσινή χρηματιστηριακή άνοδο του κλάδου στο γεγονός πως η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει να διοχετεύσει στις τράπεζες 1 δισ. ευρώ τα επόμενα πέντε χρόνια, επιδοτώντας μέρος της αποπληρωμής των στεγαστικών δανείων. Όπως μετέδωσε χθες το πρακτορείο, οι τράπεζες άγγιξαν το υψηλότερό τους επίπεδο από τις 11 Ιανουαρίου. Η τρέχουσα εβδομάδα και η επόμενη είναι εξαιρετικά κρίσιμες για να σημειώσουν πρόοδο και να ολοκληρωθούν τα προαπαιτούμενα.Σε ό,τι αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, η κυβέρνηση αναμένεται να προχωρήσει το θεσμικό πλαίσιο της πρότασης του ΤΧΣ -πιθανόν και της ΤτΕ- ώστε οι τράπεζες να προχωρήσουν τις ενέργειες εξυγίανσης των ισολογισμών τους.
Ειρήνη Σακελλάρη (Η Ναυτεμπορική)