Αγωνία για την τύχη μεγάλου αριθμού Κέντρων Διά Βίου Μάθησης εκφράζει η Πανελλήνια Ενωση Κέντρων Μάθησης (ΠΕΚΕΜ). Ο κλάδος πρέπει να εναρμονιστεί στις νέες προδιαγραφές που ορίζει νόμος του 2020, ωστόσο η πρόεδρος της ΠΕΚΕΜ κ. Αναστασία Βουγιούκα τονίζει, μιλώντας στην «Κ», ότι κάτι τέτοιο θα στραγγαλίσει τον κλάδο, στερώντας του την ευελιξία να προσαρμόζεται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και των σχετικών προγραμμάτων άτυπης διά βίου μάθησης.
Ο νόμος 4763/2020 για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση ορίζει για τα Κέντρα Διά Βίου Μάθησης (ΚΔΒΜ) ότι «γίνεται επαναπροσδιορισμός του πεδίου». Πριν λειτουργούσαν τα ΚΔΒΜ 1 και 2, και στο μητρώο τους ήταν εγγεγραμμένα περίπου 1.000, όπως ανέφερε στην «Κ» ο γ.γ. Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Διά Βίου Μάθησης κ. Γεώργιος Βούτσινος. Δύο κύρια κριτήρια της διάκρισής τους ήταν οι κτιριολογικοί όροι λειτουργίας κάθε δομής και εάν μπορούσαν να διεκδικήσουν επιδοτούμενα προγράμματα επιμόρφωσης (τα ΚΔΒΜ 1 δεν είχαν τη δυνατότητα). Ουσιαστικά τα ΚΔΒΜ 1 καλύπτουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων για διά βίου εκπαίδευση εργαζομένων. «Τα σημερινά ΚΔΒΜ 1 δημιούργησαν με την έναρξη της λειτουργίας τους το 2013 μια αποτελεσματική παρουσία και ταυτότητα, που οφείλεται στον τρόπο λειτουργίας τους και στις προσπάθειές τους για κάλυψη κάθε ανάγκης των επιχειρήσεων της αγοράς (παραγωγής και υπηρεσιών) μέσα σε εποχές βαθιάς κρίσης. Δεν παίρνουν επιδοτήσεις, στέκονται στην αγορά εκπαίδευσης με σκληρό και άνισο ανταγωνισμό (επιδοτούμενα προγράμματα άλλων φορέων κ.ά.) και κερδίζουν την εμπιστοσύνη του κοινού με την αποτελεσματικότητά τους», παρατηρεί η κ. Βουγιούκα. Ο νόμος έθεσε ορισμένους όρους σε σχέση με τα κτιριολογικά και το εκπαιδευτικό και το διοικητικό προσωπικό των ΚΔΒΜ, με χρονικό όριο εναρμόνισης έως τον Νοέμβριο του 2021. Ωστόσο, οι όροι θεωρείται ότι δεν συνάδουν με το μοντέλο λειτουργίας και δραστηριοποίησης των ΚΔΒΜ 1 και ότι θα τα οδηγήσουν σε κλείσιμο. Τα προβλήματα που η ΠΕΚΕΜ υποστηρίζει ότι θα προκαλέσει ο νόμος 4763 στα ΚΔΒΜ είναι τα εξής:
• Οι αριθμοί των μαθητών, και του προσωπικού, και η μορφή και τα θέματα εκπαίδευσης δεν δικαιολογούν τις απαιτούμενες με τον νέο νόμο κτιριακές προδιαγραφές εκπαιδευτηρίου, και χρήση για ΑμεΑ σε όλες τις δομές.
• Υποχρεώνει σε μεγάλα βάρη οικονομικά, για τη διαχείριση, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπως είναι τα ΚΔΒΜ 1. Ο νόμος ζητά να υπάρχουν διευθυντές και γραμματεία, που δεν πρέπει να είναι υποχρεωτικός όρος, αλλά επιλογή της επιχείρησης. «Αυτός ο όρος συνήθως προέρχεται από βιώματα δημόσιας διοίκησης», επισημαίνει με νόημα η κ. Βουγιούκα.
• Θέτει όρους για τα προγράμματα σπουδών που δεν συνάδουν με τη φιλοσοφία των ΚΔΒΜ 1. «Η θέσπιση προϋποθέσεων για διάρκεια, περιεχόμενο, τρόπους παροχής των προγραμμάτων σπουδών και τα προσόντα εκπαιδευτών θα είναι μόνο επιβλαβής. Αυτά είναι ζητήματα που συνεχώς εξελίσσονται. Τα προγράμματα στα ΚΔΒΜ 1 ακολουθούν τις ανάγκες εργαζομένων και αγοράς, με πολλές καινοτομίες και ευελιξία στον τρόπο παροχής της γνώσης. Ετσι καταφέρνουν να είναι αποτελεσματικά», λέει η ΠΕΚΕΜ.
Κατά τη δημόσια διαβούλευση επί του (τότε) νομοσχεδίου, πολλοί σύνδεσμοι επιχειρήσεων είχαν στηρίξει τις θέσεις της ΠΕΚΕΜ. Πλέον, η κ. Βουγιούκα ζητά από την κυβέρνηση και την ηγεσία του υπ. Παιδείας να λάβει υπόψη της τις πτυχές της λειτουργίας των ΚΔΒΜ, που δεν σχετίζονται τόσο με την εκπαίδευση, αλλά την επαγγελματική κατάρτιση. Για τον λόγο αυτόν προτείνει τη συμμετοχή στη λειτουργία των ΚΔΒΜ υπουργείων όπως το Ανάπτυξης. «Να ανοίξουν πολλαπλά νόμιμα κανάλια λειτουργίας εκπαιδευτικών δομών με τον τρόπο που κρίνουν κατάλληλο οι παρέχουσες επιχειρήσεις και στηρίζει η κοινωνία. Πρέπει να δοθεί η ευκαιρία στον υγιή ανταγωνισμό να ανταμείψει τους καταλληλότερους που είναι ικανοί να φέρουν τα ζητούμενα αποτελέσματα. Αυτό πρέπει να εμπλέξει άλλα παραγωγικά υπουργεία και όχι το υπ. Παιδείας, που από τη φύση του και τη στελέχωσή του βρίσκεται έξω από τις νοοτροπίες της αγοράς», λέει.
Από την πλευρά του ο κ. Βούτσινος εστιάζει στην ανάγκη να μπει τάξη στον χώρο της άτυπης εκπαίδευσης και να αποφευχθούν στρεβλώσεις και παθογένειες που υπήρξαν από την εποχή των ΚΕΚ αλλά και πρόσφατα σε προγράμματα κατάρτισης (π.χ. η τηλεκατάρτιση επιστημόνων).
Το στοίχημα για τα ΙΕΚ
Κρίσιμο στοίχημα για το υπουργείο Παιδείας είναι η άριστη λειτουργία των δημόσιων Ινστιτούτων Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΙΕΚ), τα οποία επί χρόνια ήταν στη σκιά των ΤΕΙ. Ωστόσο, από το επόμενο ακαδημαϊκό έτος απόφοιτοι λυκείου θα εισαχθούν, καταθέτοντας μηχανογραφικό δελτίο, σε δημόσια ΙΕΚ. Το ερώτημα είναι εάν τα Ινστιτούτα είναι έτοιμα να υποδεχθούν τους σπουδαστές. Συγκεκριμένα, το μηχανογραφικό δελτίο που θα συμπληρώσουν οι υποψήφιοι των Πανελλαδικών Εξετάσεων τον Ιούλιο θα έχει περίπου 130 ειδικότητες σε 24 επαγγελματικούς τομείς. Πληροφορική, γραφιστική, εργοθεραπεία, αγροτουρισμός, οινολογία-αμπελουργία, γαλακτοκομία, διατροφολογία, μακιγιάζ, ηχοληψία, σχεδιασμός ρούχων, γαστρονομία, συντήρηση έργων τέχνης είναι μεταξύ των ειδικοτήτων που θα μπορούν να επιλέξουν οι υποψήφιοι. Υπολογίζεται ότι τον Ιούλιο θα δοθούν περίπου 6.000 θέσεις σε ΙΕΚ. Μηχανογραφικό για ΙΕΚ θα μπορούν να συμπληρώσουν όλοι οι υποψήφιοι, ωστόσο είναι σαφές ότι θα το επιλέξουν εκείνοι οι υποψήφιοι που θα έχουν χαμηλή βαθμολογία, η οποία πιθανόν να μην είναι επαρκής για να εισαχθούν σε κάποιο πανεπιστημιακό τμήμα, ύστερα από την καθιέρωση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής.
Aπόστολος Λακασάς (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)