Η εξαμηνιαία έρευνα του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ σε πανελλαδικό δείγμα επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου επιχειρεί μια πρώτη αποτίμηση των επιπτώσεων της κρίσης COVID 19.
Όπως προκύπτει, χωρίς αμφιβολία τα αποτελέσματα συμβαδίζουν με εκείνα της ΕΛΣΤΑΤ φωτίζουν ωστόσο πλευρές της επιχειρηματικότητας στο λιανικό εμπόριο που μπορεί να συμβάλλουν στη συγκρότηση πολιτικών.
Για τη συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων (σχεδόν οι 9 στις 10) ο κύκλος εργασιών του 2020 θα είναι χαμηλότερος σε σύγκριση με την περυσινή χρονιά (2019), λόγω της πανδημίας.
Στο 50% ο μέσος όρος πτώσης του κύκλου εργασιών .
Ο μέσος όρος πτώσης του κύκλου εργασιών, για όσες επιχειρήσεις ότι θα έχουν μικρότερες πωλήσεις φέτος συγκριτικά με πέρυσι, διαμορφώνεται σε 50%. Το στοιχείο αυτό μοιάζει να συμβαδίζει με την χρονοσειρά των σημειακών εκτιμήσεων του τζίρου, όπου παρατηρείται μείωση κατά 20% του μέσου τζίρου των επιχειρήσεων κατά το πρώτο εξάμηνο σε σύγκριση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2019.
Μία στις δύο επιχειρήσεις ακύρωσαν προγραμματισμένες επενδύσεις.
Μία ακόμη εξαιρετικά ανησυχητική επίπτωση της κρίσης COVID 19 εντοπίζεται στον τομέα των επενδύσεων όπου σχεδόν οι μισές επιχειρήσεις ακύρωσαν προγραμματισμένες επενδύσεις. Ο αντίκτυπος αυτής της εκτεταμένης αποεπένδυσης θα είναι ιδιαίτερα ισχυρός, καθώς η αρνητική απάντηση δεν σημαίνει κατ΄ ανάγκη την χρονική μετατόπιση τους. Ως εκ τούτου, η έλλειψη επενδύσεων θέτει σε κίνδυνο την προσπάθεια προσαρμογής στο νέο, γεμάτο προκλήσεις, οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον.
Σημαντικές καθυστερήσεις και ακυρώσεις παραγγελιών, μετά την άρση του λοκντάουν.
Η έρευνα καταγράφει σημαντικές καθυστερήσεις/ ακυρώσεις στις παραγγελιών μετά την άρση του “Lockdown. Επτά στις δέκα επιχειρήσεις παρατήρησαν καθυστερήσεις στις παραγγελίες τους ή προχώρησαν σε ακυρώσεις εξαιτίας του δυσμενούς περιβάλλοντος που προκάλεσε η πανδημία. Σημειώνονται λοιπόν αναταράξεις στην εφοδιαστική αλυσίδα, φαινόμενο μάλιστα που επηρεάζει τη λειτουργία των επιχειρήσεων σε διεθνές επίπεδο, με τις μεγαλύτερες και περισσότερο οργανωμένες επιχειρήσεις να φαίνεται να εδραιώνονται και να αποσπούν νέα μερίδια αγοράς.
Παράλληλα, σημαντικές είναι οι διαφοροποιήσεις που παρατηρούνται στην εφοδιαστική αλυσίδα κατά επιμέρους κλάδο δραστηριότητας.
Και εδώ, τα μεγαλύτερα εμπόδια αντιμετωπίζουν η Ένδυση και Υπόδηση και ακολουθούν οι άλλοι υποκλάδοι ενώ στα τρόφιμα η εικόνα είναι σαφώς βελτιωμένη, χωρίς όμως να λείπουν και εκεί τα προβλήματα. Ένα από τα ενδιαφέροντα ευρήματα της έρευνας είναι ότι η συμμετοχή των ελληνικών προϊόντων που εμπορεύονται οι εμπορικές επιχειρήσεις αυξάνεται σε σύγκριση την προηγούμενη περίοδο.. Η διατάραξη της εφοδιαστικής αλυσίδας λόγω του COVID-19 ενδέχεται να επιτάχυνε την τάση αυτή, ενώ η παγιοποίηση της δύναται να συμβάλει στην διεύρυνση των αλυσίδων αξίας της ελληνικής οικονομίας
Ενδεικτικό της αβεβαιότητας αλλά και της απαισιοδοξίας της αγοράς αποτελεί και η εκτίμηση των επιχειρήσεων του λιανικού σχετικά με το χρονικό διάστημα που θα χρειαστεί για την επαναφορά στην προ της πανδημίας κατάσταση .
Σχεδόν έξι στις δέκα επιχειρήσεις (55,0%) θεωρούν ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον δύο χρόνια για την αποκατάσταση της ομαλότητας ενώ μία στις δέκα εξαρτά την απάντησή της από το εάν θα υπάρξει δεύτερο κύμα της πανδημίας ή όχι. Αντίθετα, μόλις το 6,1% των επιχειρήσεων πιστεύουν πως η αγορά έχει ήδη επιστρέψει στην προτέρα κατάσταση ή θα το κάνει εντός του επόμενου εξαμήνου.
Οικονομικά στοιχεία-Προβλέψεις
Ο αντίκτυπος της πανδημίας αποτυπώνεται τόσο στις αγορές εμπορευμάτων όσο και στον εξαμηνιαίο κύκλο εργασιών. Μία στις δύο επιχειρήσεις προβλέπει ότι το επόμενο εξάμηνο η συνολική κατάσταση της επιχείρησής θα είναι χειρότερη από εκείνη του Α εξαμήνου του 2020 .
Στο ίδιο πλαίσιο, οι μισές επιχειρήσεις εκτιμούν ότι ο κύκλος εργασιών κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 θα μειωθεί σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους .
Ωστόσο, μάλλον ενθαρρυντικά για την αγορά εργασίας καθώς η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων προβλέπει ότι θα διατηρήσει σταθερές τις θέσεις μισθωτής απασχόλησης το δεύτερο εξάμηνο του 2020.
Ωστόσο, από την έρευνα καταγραφής των «λουκέτων» που πραγματοποιεί τα τελευταία 10 χρόνια το ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ- φαίνεται ότι η επιχειρηματικότητα προς το παρόν φαίνεται να αντέχει παρά τα όποια περιοριστικά μέτρα έχουν επιβληθεί. Με άλλα λόγια φαίνεται ότι η αγορά τήρησε στάση αναμονής,
Οριακή άνοδος στον μέσο όρο των «λουκέτων» που μπήκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία της έρευνας τα λουκέτα αυξάνονται οριακά κατά 1,08% σε σχέση με τον Μάρτιο του 2019.
Ωστόσο, η μείωση αυτή δεν είναι καθολική αλλά παρουσιάζει διακυμάνσεις ανά αγορά.
Έτσι, η Αθήνα παρουσιάζει οριακή βελτίωση ενώ αντίθετα στις πολύ σημαντικές αγορές του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας καταγράφονται αυξήσεις της τάξης του 1% στα κλειστά καταστήματα.
Από τις περιφερειακές αγορές της Αττικής στη Νέα Ιωνία και την Κηφισιά, καταγράφονται ιδιαίτερα μεγάλες αυξήσεις.
Ενώ φαίνεται να διορθώνεται σημαντικά η εικόνα του Χαλανδρίου και δευτερευόντως της Καλλιθέας όπου καταγράφονται μειώσεις των κλειστών επαγγελματικών στεγών.
Όπως προκύπτει στην Αθήνα η οριακή μείωση των κλειστών καταστημάτων οφείλεται κυρίως στην ενίσχυση της ενεργούς επιχειρηματικότητας στο Κολωνάκι αλλά και στο εμπορικό τρίγωνο.
Οι αυξήσεις αυτές παρά το ότι είναι σημαντικές μετριάζονται από την κάμψη της επιχειρηματικής δραστηριότητας που καταγράφεται στις κεντρικές οδικές αρτηρίες (Πανεπιστημίου-Σταδίου-Ακαδημίας).
Πέρα από κάθε αμφιβολία, το αποτύπωμα της πανδημίας στο οικοσύστημα του λιανικού εμπορίου είναι βαθύ επηρεάζοντας αρνητικά τις προσδοκίες των οικονομικών μονάδων.
Όμως οι επιπτώσεις δεν κατανέμονται ισόρροπα και με μια κανονικότητα.
Ενδεικτικό της αβεβαιότητας αλλά και της απαισιοδοξίας της αγοράς αποτελεί και η εκτίμηση των επιχειρήσεων του λιανικού σχετικά με το χρονικό διάστημα που θα χρειαστεί για την επαναφορά στην προ της πανδημίας κατάσταση .
Σχεδόν έξι στις δέκα επιχειρήσεις (55,0%) θεωρούν ότι θα χρειαστούν τουλάχιστον δύο χρόνια για την αποκατάσταση της ομαλότητας ενώ μία στις δέκα εξαρτά την απάντησή της από το εάν θα υπάρξει δεύτερο κύμα της πανδημίας ή όχι.
Αντίθετα, μόλις το 6,1% των επιχειρήσεων πιστεύουν πως η αγορά έχει ήδη επιστρέψει στην προτέρα κατάσταση ή θα το κάνει εντός του επόμενου εξαμήνου.
naftemporiki.gr