Μία εβδομάδα μένει μέχρι τη λήψη των αποφάσεων για την άρση ή μη του αυστηρού lockdown στην Αττική, και οι ειδικοί επιστήμονες και οι Αρχές παρακολουθούν την εξέλιξη της πανδημίας έχοντας στραμμένη την προσοχή τους στο ΕΣΥ. Προς το παρόν εκφράζεται συγκρατημένη αισιοδοξία από το γεγονός ότι στην Αττική ο αριθμός των κρουσμάτων τείνει να σταθεροποιηθεί, ενώ είναι σαφές ότι η προτιμότερη επιλογή θα ήταν η λήξη του lockdown στις 28 Φεβρουαρίου, όπως είχε αρχικά ανακοινωθεί.
Οι ειδικοί ωστόσο, περιμένουν και τα επιδημιολογικά δεδομένα των επόμενων ημερών για να βγάλουν πιο ασφαλή συμπεράσματα, με δεδομένο ότι θα έχει περάσει ένα επαρκές διάστημα εφαρμογής του αυστηρού lockdown στο λεκανοπέδιο. Συγκεκριμένα, τα βασικά στοιχεία που αξιολογούν οι ειδικοί είναι το πώς διαμορφώνονται ο δείκτης μεταδοτικότητας και συγκεκριμένα ο ενεργός αριθμός αναπαραγωγής της νόσου Rt –που όταν ξεκίνησε το αυστηρό απαγορευτικό ήταν στην Αττική στο 1,2 με 1,3–, το ποσοστό θετικότητας, ο αριθμός των ημερήσιων κρουσμάτων αλλά και ο ρυθμός με τον οποίο εξελίσσεται η επιδημία.
Πάντως, ο πιο βασικός «ρυθμιστής» σχετικά με την παράταση ή μη του αυστηρού απαγορευτικού θα είναι η πίεση που ασκεί η επιδημία στο ΕΣΥ και κυρίως στις ΜΕΘ, όπου οι δυνατότητες περίθαλψης ασθενών με COVID-19 είναι περιορισμένες. Ηδη η Αττική δέχεται «επίθεση» από τη νέα έξαρση της πανδημίας, με την πληρότητα στις μονάδες εντατικής θεραπείας COVID να βρίσκεται σταθερά τις τελευταίες επτά ημέρες μεταξύ 80% και 85% και τις υγειονομικές αρχές να θέτουν σε εφαρμογή τα επόμενα στάδια του επιχειρησιακού σχεδίου για την αύξηση των δυνατοτήτων του ΕΣΥ.
Χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Χρήστος Ταραντίλης, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών και απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ανέφερε ότι οι πρώτες ενδείξεις είναι θετικές καθώς δεν φαίνεται να υπάρχει αύξηση στις νοσηλείες, οι οποίες συνεπάγονται και μελλοντική αύξηση στον αριθμό των διασωληνώσεων. Οπως ανέφερε ο κ. Ταραντίλης, «αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μια σταθεροποίηση, δεν υπάρχει ένας τέτοιος κίνδυνος αυτή τη στιγμή και η εμπειρία δείχνει ότι ένα τέτοιο lockdown θα οδηγήσει σε μια καλυτέρευση των αποτελεσμάτων και δεν θα έχουμε μια παράταση».
Η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας του ΕΚΠΑ και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας Μαρία Τσολιά, πάντως, μιλώντας χθες στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, εξέφρασε την άποψη ότι για να μπορέσει να αρθεί το lockdown θα πρέπει να μειωθεί η πληρότητα στις μονάδες Εντατικής COVID. Απαντώντας σε ερώτηση για το αν τελικά θα μπορούν να ανοίξουν δραστηριότητες την 1η Μαρτίου, η κ. Τσολιά, αφού σημείωσε ότι είναι δύσκολο να γίνουν προβλέψεις, ανέφερε: «Δεν νομίζω ότι θα ανοίξουμε τόσο γρήγορα, θα πρέπει να δούμε μια μείωση της πληρότητας των ΜΕΘ, οπότε δεν μπορούμε να ανοίξουμε με πληρότητα 80% και 70%».
«Ας επικεντρωθούμε σε αυτό που κάνουμε αυτή τη στιγμή και το οποίο ξέρουμε ότι είναι αποδοτικό», σημείωσε ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων Αθανάσιος Εξαδάκτυλος, ο οποίος ωστόσο ανέφερε ότι πιο ασφαλή δεδομένα σχετικά με τα αποτελέσματα των μέτρων θα έχουμε από τη 10η ημέρα επιβολής του αυστηρότερου lockdown, δηλαδή από το τέλος της εβδομάδας που διανύουμε. Ο κ. Εξαδάκτυλος εκτίμησε ότι αυτό το lockdown αποδίδει καλύτερα σε σχέση με το αντίστοιχο του Νοεμβρίου, «γιατί λειτούργησε προληπτικά και όχι θεραπευτικά», και δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να επιτραπεί η επαναφορά κάποιας δραστηριότητας από την 1η Μαρτίου.

H KAΘΗΜΕΡΙΝΗ