Την ενοχή του Αρτέμη Σώρρα μόνο για το αδίκημα της απόπειρας απάτης σε βάρος του Δημοσίου πρότεινε στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, η εισαγγελέας της έδρας Θεοδώρα Μπότσα. Παράλληλα, η εισαγγελική λειτουργός ζήτησε την απαλλαγή των υπόλοιπων 22 κατηγορουμένων για όλες τις κατηγορίες.
Στην αγόρευσή της, η εισαγγελέας υποστήριξε ότι ο Αρτέμης Σώρρας αποπειράθηκε «κατά μόνας να εξαπατήσει το ελληνικό Δημόσιο», χωρίς τη συνδρομή κάποιας εγκληματικής οργάνωσης και δίχως να προκύψει ότι προχώρησε σε ξέπλυμα βρώμικου χρήματος.
«Ο Αρτ. Σώρρας κατά μόνας, καθώς μόνος αυτός υπέβαλε την πρόταση για τη δανειοδότηση της χώρας, παρέστησε ψευδή γεγονότα προκειμένου να αποκομίσει περιουσιακό όφελος. Να κριθεί ένοχος για απόπειρα απάτης κατά του Δημοσίου, καθώς δεν ολοκληρώθηκε η πράξη, ανεξάρτητα της βούλησής του, επειδή δηλαδή διαπιστώθηκε το ψευδές των ισχυρισμών του» είπε η εισαγγελική λειτουργός.
Όπως υποστήριξε στην αγόρευσή της, ο Αρτ. Σώρρας κατέθεσε στην Τράπεζα της Ελλάδος αίτηση δανειοδότησης της χώρας ύψους 600 δισ. δολαρίων, με επιτόκιο 0,5% και αποπληρωμή τα 100 έτη, εφόσον υπήρχε εγγύηση με ομόλογα ελληνικού Δημοσίου.
«Έγινε έρευνα από τις δημόσιες υπηρεσίες και προέκυψε ότι προκειται περί απάτης. Μάλιστα, με έγγραφό του, το υπουργείο Οικονομικών ανέφερε ότι τα χρεωστικά ομόλογα είναι προϊόν απατης και συνιστούσε σε παραλήπτες να μην απαντούν σε τέτοιου είδους αλληλογραφίας» επεσήμανε στην αγόρευσή της και κατέληξε: «Εγινε πολυεπίπεδος έλεγχος. Υπήρχε δυσπιστία στην πρόταση από το υπουργείο Οικονομικών. Ο Σώρρας παρουσίαζε ότι διέθετε τον πλούτο των 11 πλουσιότερων ανθρώπων παγκοσμίως».
Η εισαγγελική λειτουργός έκρινε ότι από την ακροαματική διαδικασία δεν στοιχειοθετήθηκε το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης, καθώς δεν προέκυψε η δράση της. «Ήταν μία πολιτική κίνηση, μέσω της οποίας έγινε προσπάθεια να επιτευχθούν συγκεκριμένοι στόχοι», είπε η εισαγγελέας, ενώ αναφερόμενη στο αδίκημα του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, ζήτησε να αθωωθούν και οι 23 κατηγορούμενοι, αναφέροντας πως «δεν προέκυψε ότι ο υπό διερεύνηση τραπεζικός λογαριασμός χρησιμοποιήθηκε για την τέλεση κακουργήματος».
Η εισαγγελέας υποστήριξε ότι δεν προέκυψε οικονομική ζημία, στοιχείο απαραίτητο για την ύπαρξη απάτης, ενώ αναφορικά με τα εξώδικα που χιλιάδες οφειλέτες κατέθεσαν σε δημόσιες υπηρεσίες, η εισαγγελέας επισήμανε ότι «οι οφειλές ήταν ήδη ληξιπρόθεσμες κατά την κατάθεση των εξωδίκων. Οι επίμαχοι οφειλέτες αντιμετωπίστηκαν, όπως και οι υπόλοιποι. Η μόνη συνέπεια ήταν ότι έπρεπε να συγκεντρώσουν τις εξώδικες δηλώσεις. Δεν προκύπτει άμεση ζημία του Δημοσίου, καθώς δεν προέκυψε ότι οι φορολογούμενοι είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν και δεν πλήρωσαν».
Την παύση της ποινικής δίωξης λόγω παραγραφής εισηγήθηκε η εισαγγελέας και για την χρήση της περιβόητης δικαστικής απόφασης, που είχε αθωώσει τον Αρτ. Σώρρα από το αδίκημα της διασποράς ψευδών ειδήσεων. «Έχοντας την αθωωτική απόφαση του Η’ Μονομελούς άρχισε να διαδίδει μέσω των ανθρωπων του, που τον ακολουθούσαν, ότι ήταν ο από μηχανής θεός που θα έσωζε τη χώρα από τα δεινά της» υπογράμμισε, ζητώντας ωστόσο την απαλλαγή του.
naftemporiki.gr