Με αύξηση του χρόνου παραμονής στις φυλακές, όσων καταδικάζονται για οργανωμένα ή ειδεχθή εγκλήματα, και περιορισμό πολλών άλλων ευεργετημάτων που έως τώρα τους παρέχει ο νόμος, επιχειρεί το υπουργείο Δικαιοσύνης να ενισχύσει το νομικό οπλοστάσιο κατά της οργανωμένης εγκληματικότητας που απασχολεί έντονα κυβέρνηση και διωκτικές αρχές.
Μετά τις πρόσφατες στυγερές δολοφονίες, που αποδίδονται σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών εγκληματικών συμμοριών, οι οποίες λυμαίνονται ποικίλες δραστηριότητες, προκαλώντας βαθιά κοινωνικά προβλήματα, η κυβέρνηση πέραν της κινητοποίησης των διωκτικών αρχών θέτει σε τροχιά νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα ληφθούν στο πλαίσιο της αναθεώρησης του ισχύοντος Ποινικού Κώδικα, έργο που βρίσκεται σε εξέλιξη από καιρό στο υπουργείο Δικαιοσύνης. Ενόψει των νομοθετικών μεταβολών σειράς διατάξεων του Ποινικού Κώδικα που ψηφίστηκε την παραμονή των τελευταίων βουλευτικών εκλογών, μεταβολές που προκύπτουν από τη διετή εφαρμογή των ποινικών ρυθμίσεων, η κυβέρνηση θα περιλάβει και ρυθμίσεις που θα αφορούν στο οργανωμένο έγκλημα.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», ήδη έχουν «κλειδώσει» διατάξεις που θα αυξάνουν τα όρια κράτησης καταδίκων για οργανωμένη εγκληματικότητα, ληστείες, ανθρωποκτονίες, βιασμούς και άλλα αδικήματα. Η αύξηση του χρόνου έκτισης των ποινών θα κυμαίνεται στα τρία ή τέσσερα χρόνια σε σχέση με ό,τι ισχύει σήμερα. Αν δηλαδή ένας καταδικασμένος για ληστεία σε 12 χρόνια με την ισχύουσα νομοθεσία μένει στη φυλακή τέσσερα χρόνια, με την προτεινόμενη ρύθμιση θα εκτίει επτά χρόνια. Το ίδιο θα συμβαίνει και για καταδίκες όσον αφορά τα οργανωμένο έγκλημα. Για παράδειγμα, καταδικασμένος σε 15 χρόνια για οργανωμένη εγκληματική δράση, με την ισχύουσα νομοθεσία μένει μέσα έξι χρόνια, ενώ με τη νέα ρύθμιση που προτείνεται θα εκτίει εννέα χρόνια.
Αλλαγές θα γίνουν και στα ισόβια, ποινή που επιβάλλεται συνήθως για ανθρωποκτονίες αλλά και για άλλα βαριάς μορφής εγκλήματα. Με τα μέχρι τώρα ισχύοντα τα ισόβια σημαίνουν 16 χρόνια παραμονής στη φυλακή, ενώ προτείνεται η έκτιση της ποινής των ισοβίων να είναι 20 ή 18 χρόνια.
Επί ποδός η Εισαγγελία
Πέραν των νομοθετικών αλλαγών για την παραμονή των δραστών οργανωμένων ή ειδεχθών εγκλημάτων για μεγαλύτερο χρόνο στις φυλακές, το υπουργείο Δικαιοσύνης επεξεργάζεται αλλαγές και στην προσωρινή κράτηση των υποδίκων για βαριάς μορφής εγκληματικότητα. Προς τούτο, προτείνεται οι υπόδικοι για οργανωμένο έγκλημα, ληστείες, ανθρωποκτονίες και λοιπά, να μην μπορούν να βγουν από τη φυλακή πριν δικαστούν αν δεν περάσει τουλάχιστον ένα εξάμηνο, και σε κάθε περίπτωση οι προϋποθέσεις για να αποφυλακίζονται πριν λήξει το 18μηνο της προσωρινής τους κράτησης να είναι πολύ αυστηρές. Το ίδιο αναμένεται να προβλεφθεί και για άλλα «ευεργετήματα» που αναγνωρίζει σήμερα η νομοθεσία στους κρατουμένους, όπως άδειες και λοιπά. Και για τις άδειες αναμένεται πρόβλεψη περιορισμού τους όσον αφορά καταδικασθέντες για οργανωμένο έγκλημα και ειδεχθή εγκλήματα.
Οι νομοθετικές μεταβολές που θα τεθούν σε δημόσια διαβούλευση, στο πλαίσιο αλλαγής των Ποινικών Κωδίκων, ώς το τέλος του μήνα από τον υπουργό Δικαιοσύνης Κων. Τσιάρα, αποτελούν ένα σημαντικό σκέλος στο πακέτο των κυβερνητικών μέτρων για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, το βάρος της οποίας σηκώνει εκ των πραγμάτων το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, ενώ η Δικαιοσύνη αποτελεί τον δεύτερο σημαντικό πυλώνα στην αντεγκληματική πολιτική. Γι’ αυτόν τον λόγο η αναφορά του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη προς την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου για το οργανωμένο έγκλημα, προσκομίστηκε από τον υπουργό Μιχάλη Χρυσοχοΐδη στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασίλειο Πλιώτα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου υπερασπίζονται την ανάγκη για νομοθετικές αλλαγές στην προσωρινή κράτηση των υποδίκων για το οργανωμένο και ειδεχθές έγκλημα αλλά και στην έκτιση των ποινών όσων καταδικάζονται για ληστείες, ανθρωποκτονίες και άλλα. Βεβαίως, επίσημα η Εισαγγελία δεν μπορεί να παρέμβει στην επιλογή νομοθετικών μέτρων από την κυβέρνηση, αλλά οι εισαγγελικοί οι οποίοι μετέχουν στην ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή του υπουργείου Δικαιοσύνης που επεξεργάζεται τις επικείμενες αλλαγές, έχουν προτάσεις και μάλιστα σημαντικές.
Πέραν όμως των νομοθετικών ρυθμίσεων, η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, διά του εισαγγελέως της Βασίλειου Πλιώτα, παραμένει σταθερή στη στόχευση συστηματικής αντιμετώπισης –και από δικαστικής πλευράς– του οργανωμένου εγκλήματος. Προς τούτο οι εισαγγελείς που έχουν οριστεί ήδη ως υπεύθυνοι για την τρομοκρατία, το οργανωμένο έγκλημα και τα ναρκωτικά έχουν οδηγίες να σπεύδουν σε ό,τι απαιτείται για τη συνδρομή των διωκτικών αρχών, ενώ η Ολομέλεια των Εφετών είναι έτοιμη να αναλάβει τις ανακρίσεις σε σοβαρές υποθέσεις οργανωμένης εγκληματικής δράσης.
Ομως οι αιτιάσεις που προβάλλονται από αστυνομικής πλευράς και συμπερασματικά αποτυπώνονται με τη φράση «οι αστυνομικοί τούς πιάνουμε και οι δικαστές τους αφήνουν» σχετικά με βαριάς και οργανωμένης εγκληματικότητας δράστες, είναι ένας ισχυρισμός που δεν γίνεται αποδεκτός από δικαστικής πλευράς, που τονίζεται ότι οι αποφυλακίσεις των καταδίκων για οργανωμένο και βαρύ έγκλημα είναι θέμα της νομοθεσίας που έχει ανάγκη αλλαγών. Βεβαίως, η όποια μετάθεση ευθυνών δεν ενδιαφέρει ούτε τους πολίτες, που υφίστανται τις συνέπειες της εγκληματικότητας, φόβο και υπαρκτούς κινδύνους, ούτε τους χιλιάδες επαγγελματίες, μικρούς ή μεγάλους, που βιώνουν τον τρόμο και την εφιαλτική καθημερινότητα της «προστασίας» από τις οργανωμένες συμμορίες. Γιατί η βαριά εγκληματικότητα και το οργανωμένο έγκλημα μας αφορά τελικά όλους. Και την ίδια τη δημοκρατία, όπως είπε προσφυώς ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη.
Iωάννα Μάνδρου (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)