Την αναγκαιότητα άμεσων παρεμβάσεων για την απομάκρυνση των ποσοτήτων αμιάντου που βρίσκονται ακόμα στην περιοχή του Ματιού, επισημαίνει η μελέτη του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για την περιβαλλοντική επιβάρυνση και ανάλυση κινδύνου ως απόρροια της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι Αττικής, τον Ιούλιο του 2018.
Αυτό σημειώνει και ο καθηγητής του Τμήματος Χημικών Μηχανικών του ΑΠΘ και υπεύθυνος του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής και του ερευνητικού κέντρου HERACLES για το Εκθεσίωμα και την Υγεία του Κέντρου Διεπιστημονικής Έρευνας και Καινοτομίας του ΑΠΘ, δρ. Δημοσθένης Σαρηγιάννης ως βασικό συμπέρασμα της μελέτης, η οποία θα παρουσιαστεί την Τετάρτη στους κατοίκους της περιοχής.
«Τα υλικά με αμίαντο που είναι μαζεμένα, είναι κακό ότι παραμένουν ακόμη εκεί, είναι τοξικά» σημειώνει χαρακτηριστικά ο κ. Σαρηγιάννης.
Η «Έρευνα για την επιστημονική ορθή εικόνα της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης στο Μάτι», όπως είναι ο τίτλος της, πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Crome-Life: Μεσογειακό Δίκτυο Περιβάλλοντος και Υγείας και πρόκειται για την πρώτη χρονικά επιστημονική μελέτη στην περιοχή, η οποία πραγματοποιήθηκε μόλις μία εβδομάδα μετά την καταστροφική πυρκαγιά.
«Προτεραιότητα η απομάκρυνση του αμιάντου»
Η μελέτη, που έγινε με δείγματα από περίπου 40 διαφορετικές θέσεις σε όλη την περιοχή, αποτυπώνει την επιβάρυνση του περιβάλλοντος στον πραγματικό χρόνο της δειγματοληψίας αλλά προχωρά και σε εκτίμηση για τη μακροχρόνια τοξικότητα του περιβάλλοντος.
Συγκρίνοντας τις μετρημένες τιμές σε καμένες περιοχές με τις αντίστοιχες μετρήσεις στο έδαφος μη καμένων αλλά γεωλογικά συναφών περιοχών τεκμηριώνεται επιστημονικά ότι υπάρχει επιβάρυνση στο Μάτι και σε όλη την περιοχή σε μέταλλα και οργανικές χημικές ενώσεις, με τον σημαντικότερο κίνδυνο να εντοπίζεται στην ύπαρξη αμιάντου. Τα συγκεκριμένα στοιχεία αναδεικνύουν ως προτεραιότητα την άμεση απομάκρυνση από την περιοχή, υλικών που περιέχουν αμίαντο.
Συγκεκριμένα στα συμπεράσματα τις έρευνας αναφέρεται ότι:
– Διαπιστώθηκαν σημαντικές συγκεντρώσεις νικελίου στο έδαφος, το οποίο αποτελεί δείκτη της παρουσίας αμιάντου.
– Από τις αναλύσεις και συγκρίνοντας τις τιμές που μετρήθηκαν στην καμένη περιοχή με τις αντίστοιχες τιμές σε μη καμένα εδάφη, παρατηρήθηκε ελεγχόμενη αύξηση (της τάξης του 20% κατά μέσον όρο) των επιπέδων των περισσότερων μετάλλων, ενώ οι διαφορές όσον αφορά τις συγκεντρώσεις των οργανικών ενώσεων κυμαίνονται στα επίπεδα του 20-50%, με εξαίρεση τους πολυαρωματικούς υδρογονάνθρακες, των οποίων η μέση τιμή σχεδόν διπλασιάστηκε.
– Ενδιαφέρον παρουσιάζει η χωρική διακύμανση της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης από την πυρκαγιά, όπου αυξημένες συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων και οργανικών ενώσεων παρουσιάστηκαν σε περιοχές, όπως το Νταού Πεντέλης, το Λύρειο Ίδρυμα, ο Αγ. Ανδρέας, καθώς και στο σημείο δειγματοληψίας επί της οδού Αγίας Ειρήνης, κάτι που καταδεικνύει την διασπορά των προϊόντων καύσης σε σημαντικές αποστάσεις από τα σημεία από τα οποία πέρασε η φωτιά.
– Ο κίνδυνος καρκινογένεσης στις περιοχές όπου υπάρχει επιμόλυνση από την πυρκαγιά, είναι περίπου 50% μεγαλύτερος σε σχέση με τις περιοχές που δεν υπήρξε επιμόλυνση, ενώ ο κίνδυνος νευροαναπτυξιακών διαταραχών για τα παιδιά είναι 21% μεγαλύτερος.
«Χαμηλός αλλά όχι αμελητέος ο κίνδυνος έκθεσης σε τοξικά υλικά»
«Ο κίνδυνος που βγαίνει συνολικά είναι χαμηλός, αλλά όχι αμελητέος», σημειώνει μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο ο καθηγητής κ. Σαρηγιάννης, εξηγώντας πως δεδομένου ότι από τη δειγματοληψία -μία εβδομάδα μετά την πυρκαγιά- έχουν προχωρήσει διαδικασίες καθαρισμού της περιοχής, θα πρέπει να γίνει επαναδειγματοληψία στις ίδιες θέσεις και μέτρηση των ινών αμιάντου, ώστε να υπάρξει ολοκληρωμένη εικόνα για τον υπολειπόμενο κίνδυνο στον παρόντα χρόνο.
Σε ό,τι αφορά στη συγκέντρωση του αμιάντου και τις προτεινόμενες διαδικασίες απομάκρυνσής του, ο καθηγητής εξηγεί ότι «ο αμίαντος είναι συσσωρευμένος σε ένα συγκεκριμένο σημείο, υπάρχει όμως και περαιτέρω διασπορά των ρύπων στο πεδίο κι εκεί χρειάζεται μικροσκοπική ανάλυση των δειγμάτων».
«Τα υλικά με αμίαντο που είναι μαζεμένα, είναι κακό ότι ακόμη παραμένουν, είναι τοξικά, μπορούμε όμως να τα διαχειριστούμε άμεσα. Πιο δύσκολος είναι ο καθαρισμός εκεί που υπάρχει η διασπορά των ινών αμιάντου, καθώς θα πρέπει να βγει το κομμάτι του εδάφους που έχει την επιβάρυνση. Υπάρχει όμως η τεχνική εξειδίκευση για να γίνει ο καθαρισμός, με την αφαίρεση των πρώτων 2-3 εκατοστών του εδάφους σε περιοχές με υψηλότερο κίνδυνο», διευκρίνισε.
Ο καθηγητής επισημαίνει ότι τα αποτελέσματα της έρευνας θα παρουσιαστούν στο Μάτι, έπειτα από συνεννόηση με την Επιτροπή κατοίκων της πληγείσας περιοχής, προκειμένου να δοθούν οι απαραίτητες διευκρινίσεις και προς αποφυγή διαμόρφωσης κλίματος κινδυνολογίας. Η έρευνα έχει παραδοθεί προς αξιοποίηση και στις αρμόδιες υπηρεσίες των υπουργείων Υγείας και Περιβάλλοντος.
(in.gr)