Ο χρόνος είναι χρήμα για την κυβέρνηση, και ειδικά για την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, η οποία οφείλει να νομοθετήσει άμεσα αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των επικουρικών συντάξεων, στις εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών και στα ποσοστά αναπλήρωσης των νέων συντάξεων. Γιατί μπορεί οι αποφάσεις του ανώτατου δικαστηρίου να μην εφαρμόζονται αναδρομικά, από την ψήφιση των διατάξεων που κρίθηκαν αντισυνταγματικές, όμως οι προθεσμίες «τρέχουν» από την ημέρα δημοσίευσης των αποφάσεων και μετά. Οπως «τρέχουν», σύμφωνα με τους νομικούς, και όλες οι παλαιές αναδρομικές διεκδικήσεις των συνταξιούχων, που στηρίζονται στην απόφαση του ΣτΕ του 2015. Κυβερνητικές πηγές, πάντως, έλεγαν χθες ότι ισχυρές παραμένουν οι διεκδικήσεις για όσους συνταξιούχους έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη.
Στην πράξη, το μεγάλο δημοσιονομικό «βάρος» για το οικονομικό επιτελείο αφορά τις αντισυνταγματικές περικοπές του παρελθόντος. Οι αντισυνταγματικές περικοπές των επικουρικών, καθώς και οι αλλαγές που επιβάλλει το ΣτΕ σε εισφορές μη μισθωτών και ποσοστά αναπλήρωσης, δημιουργούν κόστος για τα δημόσια οικονομικά, από χθες, ημέρα δημοσίευσης των αποφάσεων, και εφεξής. Το οποίο, άλλωστε, θα υπολογιστεί ανάλογα με τις αλλαγές που θα προωθήσει το υπουργείο Εργασίας.
Σύμφωνα με τον αρμόδιο υπουργό Γιάννη Βρούτση, ήδη στην οδό Σταδίου προετοιμάζονται ώστε να οικοδομήσουν, πάνω στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης, ένα νέο δίκαιο, βιώσιμο και ανταποδοτικό ασφαλιστικό σύστημα. Σύμφωνα με τον υπουργό, είναι προφανείς η προχειρότητα και η ιδεοληπτική προσέγγιση με τις οποίες νομοθέτησε η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ενώ επιβεβαιώνεται και η κριτική της Ν.Δ. για την έλλειψη ανταποδοτικότητας και την προφανή δυσαναλογία εισφορών - παροχών του νόμου ν. 4387/16, την απουσία της απαραίτητης αναλογιστικής μελέτης για την επικουρική ασφάλιση, καθώς επίσης και για το ύψος και τον προβληματικό τρόπο υπολογισμού των εισφορών των μη μισθωτών.
Οι αποφάσεις του ΣτΕ αφορούν 260.000 συνταξιούχους του ΕΤΕΑΕΠ που είδαν τις συντάξεις τους να μειώνονται ακόμη και κατά 48,24%, αλλά και άλλους περίπου 130.000 συνταξιούχους, που υπέβαλαν αίτηση συνταξιοδότησης στο επικουρικό από την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου και μετά, αφού κρίθηκαν αντισυνταγματικά τόσο ο επανυπολογισμός και η περικοπή των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων όσο και ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων. Το κόστος των περικοπών ανέρχεται σε 300 εκατ. ευρώ το έτος.
Αφορούν επίσης, 1,2 εκατ. ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολουμένους και αγρότες, των οποίων οι εισφορές κρίθηκαν αντισυνταγματικές για λόγους ισότητας και ισονομίας. 
Οι νέοι συνταξιούχοι, των οποίων η σύνταξη υπολογίστηκε με βάση τα νέα, αντισυνταγματικά πλέον, ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου, εκτιμώνται σε περίπου 110.000. Σε αυτούς, από την ημέρα δημοσίευσης της απόφασης, θα πρέπει να εφαρμοστούν νέα, αναλογικότερα και δικαιότερα ποσοστά αναπλήρωσης που θα οδηγήσουν αυτόματα σε αύξηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης. Καθώς, βέβαια, τα ποσοστά αυτά χρησιμοποιήθηκαν και για τον επανυπολογισμό των παλαιών συντάξεων, υπάρχει πρόσθετο κόστος, κυρίως τεχνικό, καθώς εκτιμάται ότι τα εκκαθαριστικά που θα εκδίδονται για τις συντάξεις από τον Οκτώβριο του 2019 και μετά θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τα όποια νέα ποσοστά αποφασιστούν.
Οι περίπου 2,5 εκατ. συνταξιούχοι που διεκδικούν αναδρομικά ποσά με βάση την απόφαση του ΣτΕ του 2015, σύμφωνα με τους νομικούς, δεν χάνουν τις αξιώσεις τους, όχι μόνο για το επίμαχο 10μηνο (έως την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου τον Μάιο του 2016), αλλά και έως την εφαρμογή του επανυπολογισμού, δηλαδή έως τις 31/12/2018. Το κόστος των αναδρομικών αυτών διεκδικήσεων είναι γνωστό, καθώς αγγίζει τα 20 δισ. Μόνο για το 10μηνο έως την εφαρμογή του νέου νόμου, η υποχρέωση του Δημοσίου υπολογίζεται σε 4 δισ. ευρώ.

ΡΟΥΛΑ ΣΑΛΟΥΡΟΥ (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)