Για τις τελευταίες εξελίξεις σχετικά με το χαρτοφυλάκιο εμβολίων της Ε.Ε. κατά της COVID-19 ενημέρωσε χθες τους ηγέτες των κρατών-μελών στην τηλεδιάσκεψη κορυφής η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν γνωστοποίησε ότι η AstraZeneca –αν λάβει την έγκριση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ) την ερχόμενη Παρασκευή– θα ξεκινήσει τις παραδόσεις στα μέσα Φεβρουαρίου. Ωστόσο, αν απαλειφθεί το βήμα της μετάφρασης των φυλλαδίων του EMA για τα σκευάσματα στις γλώσσες των 27 κρατών-μελών, η Κομισιόν θεωρεί ότι μπορούν οι παραδόσεις να αρχίσουν ακόμη και μία εβδομάδα νωρίτερα.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, η κ. Φον ντερ Λάιεν είπε ότι η αίτηση της Johnson & Johnson για το δικό της, μονοδοσικό, εμβόλιο αναμένεται στα μέσα Φεβρουαρίου και η έγκριση στις αρχές Μαρτίου. Οι πρώτες δόσεις θα καταφθάσουν το νωρίτερο στα τέλη Μαρτίου (η εταιρεία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι δεν μπορεί να επιταχύνει περισσότερο την παραγωγή). Εντός του β΄ τριμήνου αναμένεται η παράδοση 55 εκατ. δόσεων του συγκεκριμένου εμβολίου. Συνολικά, εντός του α΄ τριμήνου πρόκειται να παραδοθούν σχεδόν 200 εκατ. δόσεις εμβολίων, το β΄ τρίμηνο θα αυξηθούν στα 500 και πλέον εκατ. και το γ΄ τρίμηνο θα είναι οριακά λιγότερες από 400 εκατ.
Η πρόεδρος της Κομισιόν ανέφερε ότι μέχρι σήμερα έχουν παραδοθεί 13 εκατ. δόσεις (12,25 εκατ. της Pfizer/ΒioNTech και 800.000 της Moderna) και έχουν γίνει 7 εκατ. εμβολιασμοί ανά την Ε.Ε. Επισήμανε επίσης την ανάγκη να ξεκινήσει εμβολιασμός και στον αναπτυσσόμενο κόσμο, γιατί διαφορετικά μπορεί να εξαπλωθούν εκεί νέες μεταλλάξεις και να αποτύχει η εκρίζωση του ιού.
Το ζήτημα της απειλής των νέων μεταλλαγμένων στελεχών του ιού έχει βρεθεί πλέον στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών διαβουλεύσεων. H Γερμανία πριν από την τηλεδιάσκεψη είχε προτείνει σειρά μέτρων για τον περαιτέρω περιορισμό των μετακινήσεων προς αλλά και εντός της Ε.Ε., που περιλαμβάνει και την απαγόρευση εισόδου στο μπλοκ ακόμη και για πολίτες της Ενωσης που βρίσκονται σε τρίτη χώρα – π.χ. το Ην. Βασίλειο. Οι περισσότερες χώρες συμφώνησαν στον περαιτέρω περιορισμό των μη ζωτικών ταξιδιών, χωρίς όμως κλείσιμο των συνόρων εντός της Ενωσης.
Η ανησυχία για τα μεταλλαγμένα στελέχη οδήγησε την Κομισιόν να θέσει ως στόχο τα κράτη-μέλη να εξετάζουν τη γενετική ταυτότητα τουλάχιστον του 5% και ώς το 10% των θετικών δειγμάτων. Η Ελλάδα, σημειώνεται, είναι μεταξύ των χωρών με πολύ περιορισμένες δυνατότητες στο πεδίο αυτό.
Στη γενικότερη βραχυπρόθεσμη κατήφεια ήλθε να συμβάλει η νέα έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) για τα νέα στελέχη του κορωνοϊού. Σύμφωνα με την έκθεση, θα χρειαστούν στις επόμενες εβδομάδες αυστηρότερα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης και της πλήρους αναστολής των μη ζωτικών ταξιδιών εντός της Ενωσης, αλλά και ενίσχυση των τεστ και της ιχνηλάτησης, καθώς διαφορετικά θα ασκηθεί εντονότατη πίεση στα συστήματα υγείας των κρατών-μελών. Χθες το Συμβούλιο υιοθέτησε επισήμως, πριν από την έναρξη της τηλεδιάσκεψης, ένα κοινό πανευρωπαϊκό πλαίσιο για τη χρήση και την αμοιβαία αναγνώριση των rapid tests αντιγόνου.
Τέλος, για το ζήτημα του πιστοποιητικού εμβολιασμού, υπήρξε συναίνεση ότι πρέπει σε πρώτο στάδιο να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για ιατρικούς σκοπούς, όχι ως μέσον διευκόλυνσης των μετακινήσεων.
«Φρένο» Μέρκελ στο πιστοποιητικό
Ακαιρη χαρακτήρισε χθες τη συζήτηση για παροχή προνομίων σε όσους έχουν εμβολιαστεί, ειδικά όσον αφορά την ελεύθερη μετακίνησή τους, η καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ. Προς το παρόν δεν τίθεται τέτοιο ζήτημα, είπε χαρακτηριστικά, «παγώνοντας» εμμέσως την πρωτοβουλία για την έκδοση πιστοποιητικού εμβολιασμού. Μιλώντας σε δημοσιογράφους, η Μέρκελ εξήγησε ότι είναι πολύ νωρίς για τέτοιες εικασίες, καθώς αυτήν τη στιγμή δεν είναι γνωστό αν οι εμβολιασμένοι μπορούν να μεταδώσουν τον ιό σε άλλους. Επιπλέον, είπε ότι θα ήταν άδικη η εκχώρηση διπλών προνομίων (εμβολιασμός και πρόσθετες ελευθερίες). Παρ’ όλα αυτά, δεν απέκλεισε ότι το ερώτημα θα μπορούσε να ανακύψει στο απώτερο μέλλον. Ηδη εξάλλου επιτρέπεται η είσοδος σε συγκεκριμένες χώρες μόνο για εμβολιασμένους, υπενθύμισε. Ερωτηθείσα κατά πόσον βλέπει συνοριακούς περιορισμούς και ελέγχους, η καγκελάριος είπε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα με χώρες όπως η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Γαλλία και το Λουξεμβούργο, που ακολουθούν παρόμοια στρατηγική με τη Γερμανία. Με την Ελβετία ωστόσο πρέπει να υπάρξει συζήτηση, όπως και με την Τσετσενία, με την οποία ήδη συνομιλεί. Δεν πρόκειται για μαζικούς ελέγχους, διευκρίνισε. Οταν όμως μια χώρα έχει διπλάσια διασπορά σε σύγκριση με τη Γερμανία και θέλει παρ’ όλα αυτά να ανοίξει τα καταστήματα, «ε, τότε έχουμε πρόβλημα», ανέφερε.
Γιάννης Παλαιολόγος (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)