Ο κλάδος των ποτών, αλκοολούχων και μη, φαίνεται ότι είναι από τις σημαντικότερες «παράπλευρες απώλειες» της κατάρρευσης του τουρισμού και της εστίασης το 2020. Η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων για την οικονομική χρήση του 2020 των πολυεθνικών ομίλων που δραστηριοποιούνται στους κλάδους της μπίρας και των αναψυκτικών και αποτελούν τους βασικούς «παίκτες» της αγοράς δίνουν το στίγμα, ενώ είχε προηγηθεί η ανακοίνωση από την πλευρά των εταιρειών αλκοολούχων ποτών –στις οποίες επίσης συγκαταλέγονται μεγάλοι πολυεθνικοί όμιλοι– για τις πολύ μεγάλες απώλειες που είχαν στο κανάλι της χονδρικής, απώλειες που ξεπέρασαν το 50%.
Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι τόσο η Coca-Cola HBC AG όσο και ο όμιλος Carlsberg, θυγατρική του οποίου στην Ελλάδα είναι η Ολυμπιακή Ζυθοποιία, κατά την πρόσφατη ανακοίνωση των αποτελεσμάτων τους έκαναν ιδιαίτερη αναφορά στις επιδόσεις που είχαν στην ελληνική αγορά, κάτι το οποίο δεν συνηθίζεται. Ο όγκος πωλήσεων της Coca-Cola HBC AG υποχώρησε στην Ελλάδα το 2020 κατά 20,6% σε σύγκριση με το 2019, καθιστώντας τη μία από τις χώρες που έχει πληγεί περισσότερο στον τομέα των ανεπτυγμένων αγορών, δεδομένης της υψηλής έκθεσης στο κανάλι της κατανάλωσης εκτός σπιτιού και στον τουρισμό. Αξίζει να σημειωθεί ότι συνολικά στις ανεπτυγμένες αγορές ο όγκος πωλήσεων της Coca-Cola HBC AG υποχώρησε κατά 4,4%, πολύ λιγότερο από την κάμψη των πωλήσεων στην Ελλάδα.
«Αγορές όπως αυτή της Ελλάδας και της Ιταλίας, οι οποίες εξαρτώνται πολύ από τον τουρισμό και την κατανάλωση εκτός σπιτιού, επηρεάστηκαν πολύ σοβαρά από την πανδημία», αναφέρει χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων του για το 2020 ο όμιλος Carlsberg, η θυγατρική του οποίου στην Ελλάδα αποτελεί τον δεύτερο «παίκτη» στην κατηγορία της μπίρας.
Σημαντικές είναι οι απώλειες για τον μεγαλύτερο «παίκτη» της αγοράς μπίρας στην Ελλάδα, την Αθηναϊκή Ζυθοποιία, θυγατρική του ομίλου Heineken. Οι απώλειες της εταιρείας το 2020 είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, λίγο κάτω από 20% σε σύγκριση με το 2019, ενώ στο δεκάμηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2020 οι απώλειες σε πωλήσεις, σύμφωνα με τα συνοπτικά στοιχεία που έχει δημοσιεύσει η εταιρεία στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, ήταν της τάξεως των 31 εκατ. ευρώ, στα 166,2 εκατ. ευρώ το δεκάμηνο του 2020, από 197,8 εκατ. ευρώ το δεκάμηνο του 2019. Μείωση το ίδιο διάστημα κατέγραφαν εξάλλου και τα κέρδη μετά φόρων, στα 17,77 εκατ. ευρώ το διάστημα Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2020 έναντι 26,52 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2019.
Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι πωλήσεις στην Ελλάδα επηρεάζονται περισσότερο σε σύγκριση, για παράδειγμα, με τις αγορές της Βόρειας Ευρώπης, καθώς εδώ η κατανάλωση εκτός σπιτιού αντιστοιχεί στο 61% της συνολικής κατανάλωσης. Ακόμη και αν η κατανάλωση στο σπίτι αυξήθηκε, ο όγκος πωλήσεων από το κανάλι της λιανικής (σούπερ μάρκετ και μίνι μάρκετ) δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αντισταθμίσει τις απώλειες από τη μείωση των πωλήσεων στην εστίαση, ειδικά μάλιστα καθώς τα περιθώρια κέρδους στη λιανική είναι πολύ χαμηλότερα σε σύγκριση με αυτά στην εστίαση.
Στο παραπάνω συνηγορούν, άλλωστε, και τα στοιχεία της Ενωσης Επιχειρήσεων Αλκοολούχων Ποτών (ΕνΕΑΠ), κλάδος που επίσης εξαρτάται στην Ελλάδα σε πολύ μεγάλο βαθμό από την κατανάλωση εκτός σπιτιού. Σύμφωνα με την ΕνΕΑΠ, το 2020 έκλεισε με συρρίκνωση των πωλήσεων στο κανάλι χονδρικής κατά 52%. Το σύνολο των πωλήσεων του κλάδου αλκοολούχων ποτών για το 2020 παρουσίασε πτώση 32% σε σύγκριση με το 2019, καθώς, με μικρή αύξηση 2%, την πτώση συγκράτησε μόνο μερικώς το κανάλι της λιανικής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο κανάλι της επιτόπιας κατανάλωσης (μπαρ, καφέ, εστιατόρια) εκτιμάται ότι καταναλώνεται τουλάχιστον το 62% των αλκοολούχων ποτών.
Δήμητρα Μανιφάβα (Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ)