Οι πλημμύρες του περασμένου Φθινοπώρου έδειξαν με δραματικό τρόπο στη Θεσσαλία πως η κλιματική κρίση είναι εδώ. Από την πρώτη στιγμή η βούληση μας ήταν να κλείσουμε τις πληγές που άφησαν πίσω τους οι πλημμύρες και ταυτόχρονα να σχεδιάσουμε τη βιώσιμη ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας, με όρους προστασίας του περιβάλλοντος, αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης, πολιτικής προστασίας, αλλά και βιώσιμης αγροτικής ανάπτυξης, τόσο για το οικοσύστημα, όσο και για τους αγρότες.

Αυτή η κρίση είναι ταυτόχρονα και μια ευκαιρία να εστιάσουμε σε νέα παραδείγματα προκειμένου να κατευθυνθούμε προς μια βιώσιμη και πράσινη περιφέρεια, υιοθετώντας ωστόσο τις απαραίτητες θεμελιώδεις μεταρρυθμιστικές αλλαγές, ευρύτητα στο όραμα μας και στόχευση στις επόμενες γενιές και γενικότερα στο μέλλον.

Οι βιώσιμοι στόχοι και η «Πράσινη Συμφωνία» δημιουργούν τεχνολογικά και πολιτικά μονοπάτια για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή της συμπεριφοράς μας και ο καθένας μας μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο σε μια πολυπαραγοντική συνεργασία, όλων των εταίρων.

Η συνεργασία αυτή είναι το κλειδί για την επιτυχή εφαρμογή πολιτικών και αποτελεσμάτων ωστόσο είναι εξίσου κρίσιμη «γεφύρωση» του κενού ανάμεσα στην επιστήμη και την πολιτική.
Για το λόγο αυτό στην περιφέρεια Θεσσαλίας δημιουργήσαμε ήδη μια ακαδημαϊκή ομάδα εργασίας ώστε να εγκαταστήσουμε ένα λειτουργικό επιστημονικό – πολιτικό περιβάλλον και να μειώσουμε το κενό που υπάρχει ανάμεσα στη γνώση και την τεχνολογία και τη λήψη των αποφάσεων. Έτσι αναδεικνύεται το όραμα μιας κοινωνίας με «έξυπνη» διαχείριση του νερού η οποία δίνει έμφαση στην ανασυγκρότηση της φύσης και δημιουργεί υποδομές προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή.

Πρόσφατα η ομάδα εργασίας παρουσίασε ένα συγκροτημένο και κοστολογημένο πρόγραμμα για την ανάσχεση του υδατικού ισοζυγίου της Θεσσαλίας το υδατικό έλλειμμα της Θεσσαλίας υπολογίζεται στα 465 εκατ. κυβικά μέτρα και παρουσιάσαμε τρεις δέσμες μέτρων για την ανάσχεση του.

Στην πρώτη δέσμη για την μείωση του ελλείμματος κατά 110 εκατ. κυβικά μέτρα τα προτεινόμενα έργα είναι:

• Κατάργηση επιφανειακής άρδευσης με κανάλια
• Κλειστούς αγωγούς
• Πλήρη επέκταση της στάγδην άρδευσης
• Γεωργία ακριβείας (αισθητήρες, χρέωση)
• Ορθές καλλιεργητικές πρακτικές (χλωρή λίπανση – αμειψισπορά, κλπ)

Στη δεύτερη δέσμη για την κάλυψη 67 εκατ. κυβικά μέτρα

Δρομολογημένα έργα

• Δίκτυα μεταφοράς και διανομής νερού ταμιευτήρα Κάρλας
• Φράγματα Ληθαίου, Ναρθακίου, Κακλιτζόρεμα, Δελερίων, Αμπελακίων, Αγιοκάμπου, Μπελμά, Ξεριά Αλμυρού

Και στην τρίτη δέσμη για την κάλυψη 290 εκατ. κυβικών μέτρων

• Φράγμα Πύλης
• Φράγμα Μουζακίου
• Φράγμα Ενιπέα Φαρσάλων
• Ταμιευτήρες Κάρλας & Κραννώνα
• Τεχνητός εμπλουτισμός Χάλκης
• Νεοχωρίτης
• Πεδινές λιμνοδεξαμενές
• Μεταφορά από Αχελώο
• Έργα ορεινής υδρονομίας

Από τη στιγμή που καλούμαστε να ανασυγκροτήσουμε τις περιοχές μας, ίσως πρέπει να κάνουμε τα πάντα ανοικτά, περιεκτικά, πράσινα και ψηφιακά και γι’ αυτό ο σχεδιασμός των υποδομών μας γίνεται στη βάση των αξιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Νερού για τη «σοφή χρήση του νερού στις πόλεις» και των υποδομών για εύρωστες λύσεις. Κομβικά στοιχεία της επιτυχίας αυτού του σχεδιασμού των υποδομών, είναι η συνεργασία όλων των παραγόντων σ’ ένα μοντέλο «όλοι μαθαίνουν απ’ όλους» και η κατάκτηση γνώσης με παράλληλο διαμοιρασμό της μέσα από την εμπειρία των δράσεων (learning by doing and sharing knowledge) με όρους διαφάνειας και εμπιστοσύνης στις νέες τεχνολογίες.
Την ίδια στιγμή όμως, οφείλουν τόσο οι φορείς της κυβέρνησης, όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιληφθούν ότι η πράσινη μετάβαση δεν μπορεί να γίνει χωρίς τον απαραίτητο σχεδιασμό συμπερίληψης του πρωτογενούς τομέα. Οι αγρότες της Θεσσαλίας καλούνται να σηκώσουν το μεγαλύτερο βάρος της μετάβασης, έχοντας ήδη πληγεί από τις θεομηνίες και αντιμετωπίζοντας σε πολλαπλάσιο βαθμό το περιεχόμενο της νέας ΚΑΠ η οποία βγάζει στους δρόμους τους αγρότες ολόκληρης της Ευρώπης.
Κατά συνέπεια οφείλουμε από κοινού να σχεδιάσουμε ένα ολιστικό μοντέλο, το οποίο να συμπεριλαμβάνει τα ζητήματα της ενεργειακής επάρκειας, της βιώσιμης ανασυγκρότησης, του υδατικού ισοζυγίου και του πρωτογενούς τομέα, σημεία στα οποία υπάρχει σαφής αλληλεπίδραση και από τα οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η ποιότητα της ζωής, αλλά και το εισόδημα των κατοίκων της Θεσσαλίας.

(*) Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ειδική έκδοση της Εφημερίδας Μαγνησία για το Περιβάλλον

magnesianews.gr