
Στα 3,9 δισ. ευρώ εκτινάχθηκαν τα ληξιπρόθεσμα χρέη του Δημοσίου προς ιδιώτες και επιχειρήσεις, καταγράφοντας νέα σημαντική αύξηση τον Αύγουστο, σε μια περίοδο που ο κρατικός προϋπολογισμός εμφανίζει υπερπλεονάσματα πάνω από τους στόχους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, οι συνολικές οφειλές του κράτους προς προμηθευτές, νοσοκομεία και φορολογούμενους ανήλθαν στα 3,882 δισ. ευρώ, από 3,541 δισ. ευρώ τον Ιούλιο, αυξημένες κατά 341 εκατ. ευρώ μέσα σε μόλις 30 ημέρες.
Την «κούρσα» της ανόδου οδηγούν και πάλι τα νοσοκομεία και οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων. Οι υποχρεώσεις των δημόσιων νοσοκομείων εκτινάχθηκαν στα 1,627 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 129 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον Ιούλιο, επιστρέφοντας στα υψηλότερα επίπεδα από την άνοιξη. Ο ΕΟΠΥΥ, μόνος του, χρωστά πλέον 305 εκατ. ευρώ, ενώ συνολικά οι οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης εμφανίζουν ληξιπρόθεσμα ύψους 651 εκατ. ευρώ.
Ανάλογη εικόνα παρουσιάζουν και οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων, που αυξήθηκαν κατά 196 εκατ. ευρώ μέσα σε ένα μήνα, φτάνοντας τα 928 εκατ. ευρώ. Από αυτά, τα 431 εκατ. αφορούν άμεσους φόρους και τα 392 εκατ. έμμεσους, ενώ μόνο τα 288 εκατ. ευρώ θεωρούνται ληξιπρόθεσμα (άνω των 90 ημερών). Ακόμα και έτσι, όμως, ο ρυθμός αύξησης είναι ενδεικτικός της πίεσης που δέχονται οι δημόσιες υπηρεσίες αποπληρωμών, παρά τη δημοσιονομική ευχέρεια.
«Πρωταθλητές» στη λίστα των καθυστερήσεων παραμένουν οι δομές Υγείας, με τα νοσοκομεία να συγκεντρώνουν πάνω από το 40% του συνολικού ποσού των ληξιπρόθεσμων. Παρά τη λειτουργία της Εθνικής Κεντρικής Αρχής Προμηθειών Υγείας, οι χρόνοι εξόφλησης των προμηθευτών επιμηκύνονται, ενώ οι οφειλές του ΕΟΠΥΥ αυξάνονται σταθερά κάθε μήνα. Από το 2019 μέχρι σήμερα, τα χρέη των νοσοκομείων έχουν υπερτετραπλασιαστεί – από 344 εκατ. ευρώ σε 1,62 δισ. ευρώ.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η αύξηση των χρεών καταγράφεται σε μια περίοδο που το Δημόσιο εμφανίζει υπερπλεόνασμα πάνω από 1,5 δισ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο. Με απλά λόγια, τα λεφτά υπάρχουν – αλλά δεν φτάνουν στους δικαιούχους. Ο κρατικός μηχανισμός καθυστερεί συστηματικά τις πληρωμές, είτε λόγω ελέγχων και διαδικασιών είτε για να διατηρήσει υψηλά τα ταμειακά διαθέσιμα ενόψει της κατάρτισης του νέου προϋπολογισμού.
Η εικόνα επιβαρύνει άμεσα την πραγματική οικονομία: επιχειρήσεις που συνεργάζονται με το Δημόσιο βλέπουν τη ρευστότητά τους να πιέζεται, οι προμηθευτές Υγείας μετακυλούν το κόστος σε ασθενείς και καταναλωτές, ενώ η καθυστέρηση επιστροφών φόρου στερεί ρευστό από την αγορά. Παράλληλα, η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών λειτουργεί αντίστροφα στις προσπάθειες της κυβέρνησης να περιορίσει τις καθυστερήσεις πληρωμών ενόψει της νέας ευρωπαϊκής δημοσιονομικής εποπτείας από το 2026.
- Από τα αναλυτικά στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου προκύπτει:
- – Νοσοκομεία: 1,627 δισ. ευρώ (+129 εκατ. ευρώ σε ένα μήνα)
- – Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης: 651 εκατ. ευρώ
- – Τοπική Αυτοδιοίκηση: 251 εκατ. ευρώ
- – Λοιπά νομικά πρόσωπα: 227 εκατ. ευρώ
- – Κρατικός Προϋπολογισμός: 198 εκατ. ευρώ
- – Εκκρεμείς επιστροφές φόρων: 928 εκατ. ευρώ
Η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών αποτελεί «δομικό πρόβλημα διαχείρισης» και υποστηρίζει πως προς το τέλος του έτους θα υπάρξει αποκλιμάκωση, καθώς θα ολοκληρωθούν οι συμψηφισμοί rebate και clawback και θα επιταχυνθούν οι διαδικασίες αποπληρωμής μέσω του Γενικού Λογιστηρίου.
Ωστόσο, τα στοιχεία δείχνουν ότι η κατάσταση έχει παγιωθεί: από τα 2,3 δισ. ευρώ του Δεκεμβρίου 2024, τα χρέη αυξήθηκαν κατά 27,4% μέσα σε οκτώ μήνες. Αν δεν υπάρξει άμεση εκκαθάριση και έλεγχος στις ταμειακές ροές των νοσοκομείων και των ασφαλιστικών ταμείων, το «παγωμένο» Δημόσιο θα συνεχίσει να συσσωρεύει υποχρεώσεις σε μια οικονομία που διψά για ρευστότητα.
Στέλιος Κράλογλου (protothema.gr)