Ο μηχανοδηγός της εμπορικής αμαξοστοιχίας φαίνεται πως δευτερόλεπτα πριν την επικείμενη σύγκρουση των δύο συρμών πιθανώς αντιλαμβανόμενος τι θα ακολουθούσε, έκανε χρήση του συστήματος πέδησης, δηλαδή φρέναρε, εκτροχιάζοντας τις δύο πρώτες ηλεκτρομηχανές της εμπορικής αμαξοστοιχίας.
Αυτό, εν ολίγοις σημαίνει πως δεν υπήρξε μετωπική σύγκρουση των ηλεκτρομηχανών των δύο αμαξοστοιχιών.
Η επιλογή που φαίνεται να έκαναν οι μηχανοδηγοί της εμπορικής αμαξοστοιχίας, Σπύρος Βούλγαρης και Δημήτρης Μασσαλής, «ελαχιστοποίησε τις συνέπειες της σύγκρουσης και σίγουρα αποφεύχθηκαν περισσότερες απώλειες ανθρώπινης ζωής» αναφέρεται μεταξύ άλλων στην επικαιροποιημένη τεχνική έκθεση του Βασίλη Κοκοτσάκη, ειδικού πραγματογνώμονα σε θέματα πυρκαγιών και Τεχνικού Συμβούλου οικογενειών θυμάτων του Δυστυχήματος στα Τέμπη.
Η έκθεση πρόκειται να κατατεθεί αύριο Πέμπτη στον εφέτη ανακριτή Λάρισας, Σωτήρη Μπακαίμη και παρέχει πληθώρα τεκμηρίων για τα αίτια της έκρηξης και της πυρκαγιάς αλλά και παρουσιάζει νέα συγκλονιστικά δεδομένα που αλλάζουν κατά πολύ τα όσα ξέραμε μέχρι τώρα. Στην έκθεση συμπεριλαμβάνεται και ανάλυση που καταλήγει στο γεγονός πως «η εκτιμώμενη ποσότητα καυσίμου που μεταφερόταν είναι μεταξύ 12-15 τόνων».
Δεν υπήρξε μετωπική σύγκρουση των δύο τρένων
Σύμφωνα, με τον κ. Κοκοτσάκη «ο μηχανοδηγός της εμπορικής αμαξοστοιχίας λίγο πριν την σύγκρουση αντιλαμβάνεται την επιβατική αμαξοστοιχία να εξέρχεται από το παρακείμενο τούνελ και προσπαθεί να ακινητοποιήσει τον συρμό. Η απότομη χρήση των συστημάτων πέδησης εκτροχιάζει τις μηχανές 1 και 2 της εμπορικής οι οποίες εκτρέπονται εκτός γραμμής, η πρώτη δε συγκρούεται με το τοιχίο αντιστήριξης και σχεδόν ανέρχεται στην υπερκείμενη οδό. Σε αυτή την φάση το καταγραφικό της εμπορικής αμαξοστοιχίας σταματάει την εγγραφή». Από το καταγραφικό της εμπορικής αμαξοστοιχίας (το οποίο αποκαλύφθηκε μετά από έρευνα της ομάδας Anubis με τους ειδικά εκπαιδευμένους σκύλους στην περιοχή Κουλούρι Λάρισας, όπου και φυλάσσονταν τα συντρίμμια), «προκύπτει ότι λίγο πριν την σύγκρουση ο μηχανοδηγός της, ενεργοποίησε τον μηχανισμό ακινητοποίησης (φρένα)».
Στην συνέχεια «η υπόλοιπη αμαξοστοιχία χωρίς τις μηχανές πλέον συνεχίζουν την πορεία τους και το πρώτο βαγόνι, φορτωμένο με βαριά μεταλλικά ελάσματα, εμβολίζει την μηχανή της επιβατικής αμαξοστοιχίας. Λόγω του μικρότερου ύψους του βαγονιού (πλατφόρμας) αλλά και της μικρότερης ταχύτητας, η μηχανή και τα πρώτα βαγόνια της επιβατικής εκτινάσσονται στον αέρα σε πορεία παράλληλη σχεδόν με τις γραμμές-αναφλέγονται και καταλήγουν στα πρανή.
Η ενσυνείδητη ή όχι ενέργεια του μηχανοδηγού που είχε ως αποτέλεσμα να εκτροχιαστούν οι δύο μηχανές, απέτρεψε την μετωπική σύγκρουση των μηχανών της εμπορικής οι οποίες επειδή είχαν μεγαλύτερο όγκο θα δημιουργούσαν και μεγαλύτερη δυναμική ενέργεια και ασφαλώς περισσότερους τραυματισμούς και σε περισσότερα βαγόνια της επιβατικής αμαξοστοιχίας».
Ο ειδικός πραγματογνώμονας βασίζει το παραπάνω συμπέρασμα σε τρία βασικά γεγονότα.
Πρώτον, «οι δύο μηχανές βρέθηκαν σε απόσταση περίπου 45 μέτρων (εκτός γραμμής) από το τελικό σημείο ακινητοποίησης του υπολοίπου συρμού (πάνω στην γραμμή)».
Δεύτερον, «οι μηχανές αυτές δεν είχαν εμφανή σημάδια πρόσκρουσης με τις μεταλλικές επιφάνειες της επιβατικής, αλλά σημάδια πλαγιομετωπικής σύγκρουσης (κυρίως η 1η) , προφανώς με το τοιχίο αντιστήριξης» και
Τρίτον, «η θέση και κατάσταση του βαγονιού (πλατφόρμας) Νο1 της εμπορικής το οποίο βρέθηκε πάνω στα ακολουθούντα βαγόνια και με εμφανή τα σημάδια της μετωπικής πρόσκρουσης πάνω του, αφού μεγάλο τμήμα του από το εμπρόσθιο μέρος, είχε συρρικνωθεί με κατεύθυνση από εμπρός προς τα πίσω».
Ένα ακόμη στοιχείο που θα μπορούσε να στηρίξει τα παραπάνω είναι πως οι σωροί των μηχανοδηγών Σπύρου Βούλγαρη και Δημήτρη Μασσαλή βρέθηκαν ακέραιοι, όπως προκύπτει από τις ιατροδικαστικές εκθέσεις που συμπεριλαμβάνονται στην δικογραφία.
Επεξηγηματικά παραθέτουμε απόσπασμα από την έκθεση με περισσότερες διευκρινιστικές πληροφορίες:
«Με το να ασκήσουν μέγιστη πέδηση και χωρίς τις απαιτούμενες προεργασίες για αυτήν, οι δύο ηλεκτράμαξες της εμπορικής αμαξοστοιχίας εκτροχιάστηκαν. Αυτό επαληθεύεται και από τις απανωτές και συνεχόμενες ηλεκτρικές εκκενώσεις που είναι εμφανείς στο βιντεοληπτικό υλικό πριν την σύγκρουση και ακολουθούν την πορεία της κίνησης μέχρι και την σύγκρουση με την επιβατική αμαξοστοιχία , αλλά και από τις στρεβλώσεις επί της γραμμής ανόδου από το σύρσιμο επ αυτών των ήδη πλαγιασμένων μηχανών.
Η μεγάλη και απότομη επιβράδυνση είχε άμεσες συνέπειες, αρχίζοντας άλλο ένα αλυσιδωτό φαινόμενο σε αυτήν την τραγωδία. Τα υπερμεγέθη σιδερένια ελάσματα που ήταν φορτωμένα στα τρία πρώτα βαγόνια, μη έχοντας την σωστή στήριξη από τα χαμηλωμένα παραπέτια (αναγκαία για να χωρέσουν στην αρκετά μικρότερου πλάτους πλατφόρμα) αλλά και από το σχεδόν ανύπαρκτο και υποτυπώδη μηχανισμό ελέγχου της κίνησης μπρος- πίσω (στοπ) λόγω της απότομης αλλαγής ταχύτητας, άρχισαν να ασκούν μεγάλες δυνάμεις στα συρματόσκοινα με τα οποία ήταν δεμένα, λόγω της κινητικής ενέργειας-περισσότερες πληροφορίες για τον τρόπο μεταφοράς των υπερμεγέθη ελασμάτων, αναφέρονται σε άλλο κομμάτι αυτής της έκθεσης.
Η δύναμη του συρμού της εμπορικής αμαξοστοιχίας λόγω της μάζας του ήλεγχε πλέον τις εκτροχιασμένες ηλεκτράμαξες οδηγώντας τες προς την αντίθετη γραμμή, εκεί η πρώτη αμαξοστοιχία κόντραρε τις διπλανές γραμμές πριν συγκρουστεί με το τοιχίο στήριξης του πρανές λαμβάνοντας την τελική της θέση, σχηματίζοντας ένα άλφα. Την ίδια στιγμή το πρώτο βαγόνι άρχισε να προσπερνάει τις ηλεκτράμαξες και τα συρματόσχοινα μη μπορώντας να υποστηρίξουν το ανεξέλεγκτο πλέον φορτίο των σιδερένιων ελασμάτων, έσπασαν».
Η απόφαση και οι ενέργειες που έσωσαν πολλές ζωές
Ο Νικόλαος Ντούρβας, Μηχανολόγος Μηχανικός, μέλος της ομάδας του κ. Κοκοτσάκη συνεισφέρει στην επίμαχη έκθεση παρατηρώντας μεταξύ άλλων πως οι ενέργειες των μηχανοδηγών είχαν ως αποτέλεσμα την μείωση στο ελάχιστο δυνατό των ανθρώπινων απωλειών.
«Αν οι δυο μηχανοδηγοί δεν ασκούσαν μεγίστη πέδηση και οι μηχανές της εμπορικής αμαξοστοιχίας δεν εκτροχιάζονταν τότε θα είχαμε μετωπική σύγκρουση των μηχανών των δύο τρένων. Αυτό το γεγονός θα απελευθέρωνε πολλαπλάσια δυναμική ενεργεία από ότι η σύγκρουση του χαμηλότερου σε ύψος και με μικρότερο όγκο πρώτου βαγονιού με την μηχανή του επιβατικού τρένου, χωρίς να είναι βέβαιο ότι η επακόλουθη ρήξη των κιβωτίων μεταφοράς καυσίμων δεν θα έρχονταν.
Και σε αυτό το σενάριο η σύγκρουση θα γίνονταν μέσα στο τούνελ με πολλαπλάσια θύματα (αφού με τόσο βίαιη επιβράδυνση μπορεί να είχαμε τραυματίες και στο τελευταίο βαγόνι της αμαξοστοιχίας). Η επιλογή των μηχανοδηγών ελαχιστοποίησε τις συνέπειες της σύγκρουσης και σίγουρα αποφεύχθηκαν περισσότερες απώλειες ανθρώπινης ζωής» καταλήγει ο μηχανικός.
Όπως επισημαίνεται σε άλλο μέρος της έκθεσης «πιστεύουμε πως και ο μηχανοδηγός της επιβατικής αμαξοστοιχίας θα έκανε το ίδιο αν είχε την δυνατότητα να αντιληφθεί το ίδιο για το εμπορικό τρένο, δεν μπόρεσε όμως λόγω του γεγονότος πως ήταν μέσα στο τούνελ (βρίσκονταν στο απόλυτο σκοτάδι) εννοώντας σχετικά με το επερχόμενο τραίνο και όχι λόγω φωτός».
Πού ξεκίνησε η φωτιά
Ο κ. Κοκοτσάκης ως ειδικός σε θέματα πυρκαγιών αφιερώνει στην έκθεσή του και μέρος σχετικά με την έναρξη της πυρκαγιάς λέγοντας πως «δεν υιοθετούμε την εκδοχή η αρχική εστία της φωτιάς να ήταν σε κλειστό χώρο και μάλιστα εντός του βαγονιού Νο1 ή του κυλικείου, αφού τα στοιχεία και η ερμηνεία αυτών δεν συνάδουν σε αυτή την εκδοχή».
Την εν λόγω θεώρηση στηρίζει στα εξής:
«Από την έκθεση της ANUBIS προκύπτει με σαφήνεια ότι τμήμα του κυλικείου παρέμεινε ανεπηρέαστο από τις συνέπειες της πυρκαγιάς και της «έκρηξης».
-Από την ίδια επίσης έκθεση αλλά και το φωτογραφικό υλικό, διαπιστώνεται ότι οι οροφές των προσβεβλημένων τμημάτων του τρένου από την πυρκαγιά ήταν στην θέση τους.
-Διαπιστώθηκε επίσης ότι ο σχεδόν ενιαίος και χωρίς εμπόδια χώρος μεταξύ κυλικείου και 2ου βαγονιού δεν έχει ίδια βαθμιαία εξάπλωση πυρκαγιάς πόσο μάλλον έκρηξης.
-Η διαπίστωση ύπαρξης νέφους αερολυμάτων εύφλεκτων ουσιών πάνω από το περιστατικό και πριν την εκδήλωση της πυρόσφαιρας , αποκλείει την δημιουργία του σε κλειστό χώρο. Η ίδια η εμφάνιση και εξέλιξη της πυρόσφαιρας αποκλείει την δημιουργία της σε κλειστό χώρο. Η ίδια η εμφάνιση του νέφους αερολυμάτων προϋποθέτει διαρροή υγρού εύφλεκτου υλικού και όχι υγρού αερίου (στην υποθετική περίπτωση ύπαρξης φιάλης ή φιαλών υγραερίου εντός κυλικείου) που αν υπήρχε δεν θα είχε ανιχνευτεί από την ανάλυση του σχετικού βίντεο
Αν υπήρχε εστία φωτιάς με αυτήν την ένταση και με τον συνδυασμό της έκρηξης στα βαγόνια 1 και κυλικείο, αυτή θα επεκτείνετο με μεγάλη ταχύτητα και εσωτερικά και στα υπόλοιπα βαγόνια της επιβατικής».
documentonews.gr