Δεύτερη ευκαιρία σε χιλιάδες φορολογούμενους οι οποίοι απώλεσαν ρυθμίσεις χρεών στην εφορία και στα ασφαλιστικά ταμεία, στη σκιά της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, ετοιμάζεται να δώσει η κυβέρνηση.
Σενάρια νέας ρύθμισης οφειλών δεν προχωρούν, σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, οι οποίες επιβεβαιώνουν όμως τον σχεδιασμό δεύτερης ευκαιρίας σε όσους «λύγισαν» στην τήρηση των υποχρεώσεών τους υπό το βάρος των αλλεπάλληλων σοκ ρευστότητας και ακρίβειας, με τις τελικές αποφάσεις να ανακοινώνονται έως το τέλος Φεβρουαρίου.
Το σκηνικό επιβαρύνεται καταλυτικά από τον Ιούλιο και μετά και εξαιτίας της ταχύτατης αύξησης των επιτοκίων, με την εξυπηρέτηση των τραπεζικών δανείων να αποτελεί έναν ακόμα εφιάλτη για φορολογούμενους στα πρόθυρα νευρικής κρίσης μετά τα τόσα σοκ. Πανδημία και κλειστά μαγαζιά (με γενναίες ενισχύσεις), ενεργειακή κρίση, πληθωρισμός-ρεκόρ (πάνω από 12% το καλοκαίρι, κοντά στο 7% τώρα), με καλπασμό των τιμών στα σούπερ μάρκετ και επιβαρύνσεις στη μηνιαία εξυπηρέτηση χρεών στις τράπεζες συνθέτουν μια κατάσταση την οποία πολλά νοικοκυριά δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν, με αποτέλεσμα κάθε μήνας που περνά, ρυθμισμένες οφειλές σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία να γίνονται «κόκκινες».
Δεδομένης και της προεκλογικής περιόδου, η κυβέρνηση θα ήθελε να προχωρήσει σε νέα ρύθμιση οφειλών με πολλές δόσεις, πλην όμως, παρά την έξοδο από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, το σήμα ακύρωσης της δέσμευσης -έναντι των Βρυξελλών- για διαφύλαξη της κουλτούρας πληρωμών βαραίνει στις αποφάσεις. Έτσι, φαίνεται να επιλέγεται η δεύτερη καλύτερη λύση, αυτή της δεύτερης ευκαιρίας.
Φορολογούμενοι με ρυθμισμένες οφειλές στην εφορία και στα ασφαλιστικά ταμεία οι οποίοι έχασαν έως τον περασμένο Δεκέμβριο ή ενδεχομένως και τον Ιανουάριο τις ρυθμίσεις τους καθώς δεν κατάφεραν να μείνουν συνεπείς στο χρονοδιάγραμμα των δόσεων θα μπορέσουν να επανενταχθούν με ένα «πέναλτι». Η επιβάρυνση για λόγους δικαιοσύνης έναντι των υπολοίπων που συνεχίζουν να πληρώνουν αδιαλείπτως θα έχει να κάνει είτε με προσαύξηση επιτοκίου είτε με την υποχρέωση καταβολής εφάπαξ όλων των ενδιάμεσων δόσεων, από την ώρα απώλειας της ρύθμισης έως την ανάκτησή της. Το δεύτερο σενάριο κρίνεται «βαρύ» για όσους έχουν χάσει εδώ και πολλούς μήνες τις ρυθμίσεις τους και υπ’ αυτό το πρίσμα εξετάζονται διάφορες παραλλαγές.
Τα στοιχεία τα οποία έχει στη διάθεσή του το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δείχνουν απώλεια της ρύθμισης ακόμα και για έναν στους δύο που εντάχθηκαν. Για παράδειγμα, στη ρύθμιση των 120 δόσεων του 2019 προς τα ασφαλιστικά ταμεία, από τις 600.225 επιμέρους ρυθμίσεις χρεών, 266.829 απώλεσαν τη ρύθμιση, 140.429 είχαν ολοκληρωθεί έως τον περασμένο Σεπτέμβριο και μόλις 192.967 παραμένουν ενεργές.
Στην απώλεια των ρυθμίσεων βέβαια πολλές φορές στο παρελθόν είχε οδηγήσει η προσδοκία καλύτερης ρύθμισης, με ευνοϊκότερους όρους…
Τα ληξιπρόθεσμα χρέη σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία συνεχίζουν να αυξάνονται με γοργούς ρυθμούς και ξεπερνούν πλέον (ανεπίδεκτα είσπραξης και εισπράξιμα) τα 155 δισ. ευρώ. Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΚΕΑΟ δείχνουν ληξιπρόθεσμα χρέη στα ασφαλιστικά ταμεία 45,4 δισ. ευρώ, όταν τα αντίστοιχα στοιχεία της ΑΑΔΕ δείχνουν ότι τον Νοέμβριο παλαιά και φρέσκα ληξιπρόθεσμα χρέη ξεπερνούσαν τα 113 δισ. ευρώ.
Μόνο τον Νοέμβριο, οι φορολογούμενοι άφησαν απλήρωτους φόρους κοντά στο μισό δισ. ευρώ, αν και το πλήθος των ΑΦΜ με ληξιπρόθεσμα χρέη περιορίστηκε οριακά στα 4.094.981 από 4.176.249 τον Οκτώβριο. Τα φρέσκα ληξιπρόθεσμα χρέη διαμορφώθηκαν σε 6,703 δισ. ευρώ από 6,228 δισ. ευρώ τον Οκτώβριο και το σύνολο συσσωρευμένων και νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών διαμορφώθηκε σε 113,385 δισ. ευρώ.
Από αυτά, 39 δισ. ευρώ αφορούν οφειλές φυσικών προσώπων και 74 δισ. ευρώ χρέη νομικών προσώπων, συνολικά 26,270 δισ. ευρώ έχουν χαρακτηριστεί ανεπίδεκτα είσπραξης και το πραγματικό ληξιπρόθεσμο περιορίζεται σε 87,116 δισ. ευρώ.
Τον Νοέμβριο, 1.406.550 φορολογούμενοι βρίσκονταν υπό αναγκαστικά μέτρα είσπραξης ενώ μέσω ρυθμίσεων και κατασχέσεων στο εντεκάμηνο, η ΑΑΔΕ κατάφερε να εισπράξει 2,2 δισ. ευρώ από φρέσκες ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Eλενα Λάσκαρη - euro2day.gr